Παρασκευή 22 Απριλίου 2011

Αναζητώντας τη χαμένη Ατλαντίδα (εφ. "Το Βήμα")

Ουάσιγκτον




Τη μυθική μητρόπολη της χαμένης Ατλαντίδας ισχυρίζονται ότι εντόπισαν επιστήμονες στη νότια Ισπανία.



Διεθνής ομάδα αρχαιολόγων και γεωλόγων με επικεφαλής τον καθηγητή Ρίτσαρντ Φρόιντ από το Πανεπιστήμιο του Χάρτφορντ, στις ΗΠΑ, υποστηρίζει ότι βρήκε την ακριβή τοποθεσία της Ατλαντίδας νότια της πόλης της Ανδαλουσίας, Κάδιθ.



Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αιτία της εξαφάνισής της στάθηκε ένα εφιαλτικό τσουνάμι, που την έθαψε κάτω από τόνους λάσπης.



«Αυτή είναι η δύναμη των τσουνάμι. Είναι πραγματικά ασύλληπτο αν σκεφτούμε ότι μπορούν να σαρώσουν την ενδοχώρα σε βάθος 100 χιλιομέτρων και για αυτό ακριβώς μιλάμε» εξηγεί ο ειδικός.



Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τη δορυφορική φωτογραφία μιας πιθανολογούμενης βυθισμένης πόλης. Στη συνέχεια προχώρησαν στον εντοπισμό της με τη βοήθεια ραντάρ, ψηφιακών χαρτών και άλλων υποβρύχιων τεχνολογιών.



Τη «νήσο» της Ατλαντίδας είχε περιγράψει ο Πλάτωνας στους διαλόγους του «Τιμαίος» και «Κριτίας» πριν από περίπου 2.400 χρόνια. Όπως είχε αναφέρει, η «Ατλάντις νήσος» βρισκόταν έξω από τις Ηράκλειες πύλες, τις οποίες ορισμένοι ερευνητές ταυτίζουν με το Στενό του Γιβραλτάρ.



Στη θέση όπου σήμερα υπάρχει η πόλη Κάδιθ εκτιμάται ότι υπήρχε η αρχαία πόλη Γάδειρα - γνωστή και ως Γήδειρα – και για τον λόγο αυτό το Στενό του Γιβραλτάρ κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν επίσης «Γαδειρίδαι Πύλαι».



Σύμφωνα με τον καθηγητή Φρόιντ, στη συγκεκριμένη περιοχή έχουν καταγραφεί αρκετά τσουνάμι με το μεγαλύτερο να έχει πλήξει τη Λισαβόνα τον Νοέμβριο του 1755.



Το «μυθικό» κυνήγι



Η χαμένη Ατλαντίδα είχε πολλές φορές κατά το παρελθόν μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των ειδικών. Παρά το γεγονός ότι τα νέα ευρήματα δεν μπορούν μέχρι στιγμής να βεβαιώσουν ότι πραγματικά πρόκειται για την μυθική μητρόπολη, η επιστημονική ομάδα εμφανίζεται πεπεισμένη.



«Βρήκαμε κάτι που κανείς άλλος δεν είχε δει πριν, πράγμα που παρέχει έναν σημαντικό βαθμό αξιοπιστίας και ειδικά από αρχαιολογικής απόψεως, έχει πολύ μεγαλύτερο νόημα» υποστηρίζει ο καθηγητής.



Όσο για τον Πλάτωνα, αρκετοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι ο Έλληνας φιλόσοφος προσπάθησε να διατυπώσει τις θεωρίες του περί πολιτικής μέσω μιας μυθοπλασίας. Υπάρχουν ωστόσο και εκείνοι που είναι της άποψης ότι οι περιγραφές του περιέχουν πραγματικά ιστορικά γεγονότα.



Οι επιστήμονες σχεδιάζουν τώρα να προχωρήσουν σε ανασκαφές, και σε άλλες μυστηριώδεις πόλεις που βρίσκονται στην κεντρική Ισπανία, σε απόσταση περίπου 240 χιλιομέτρων από το εν λόγω σημείο και που χαρακτηρίζονται από ιδιότυπους γεωλογικούς σχηματισμούς.



Είναι ωστόσο βέβαιο ότι η επιστημονική διαμάχη για την ακριβή θέση και την ύπαρξη της Ατλαντίδας μάλλον τροφοδοτείται παρά λύνεται από τα πρόσφατα ευρήμα

Μετά τον Ανδρόνικο (άρθρο στην εφ. "Το Βήμα" 26/3/2011)

Με αυτά τα όπλα πήγαιναν στον πόλεμο και στο κυνήγι οι βασιλείς της δυναστείας των Τημενιδών, από τον Περδίκκα Α΄ ως τον Μέγα Αλέξανδρο. Στον Φίλιππο Β΄ ανήκε αυτό το ιερατικό διάδημα, το ίδιο και η χάλκινη «πάτερα», το αγγείο που χρησιμοποιούσε για τις σπονδές. Τα εντυπωσιακά υπολείμματα και οι προσφορές βρέθηκαν στην ταφική πυρά της βασίλισσας Ευρυδίκης και τα ασημένια αγγεία συνόδευσαν τις ταφές του Φιλίππου Β΄ και του Αλέξανδρου Δ΄.


Αν στην αρχαιολογία η δυνατότηταταύτισης ιστορικών προσώπων και ευρημάτων είναι σπάνια, στην περίπτωση των Αιγών, της κοιτίδας των βασιλέων της Μακεδονίας, είναι κοινός τόπος. Από τη στιγμή που ο Μανόλης Ανδρόνικος ξετύλιξε το κουβάρι της ιστορίας αποκαλύπτοντας τον τάφο του Φιλίππου Β΄ στη Βεργίνα, πρόσωπαάντρες και γυναίκες-, μέλη της βασιλικής δυναστείας που ως τότε ήταν μόνο ονόματα στα βιβλία απέκτησαν «υπόσταση». Και το αντίθετο. Η αρματωσιά των αντρών, τα κοσμήματα των γυναικών, τα σύμβολα εξουσίας αλλά και αντικείμενα καθημερινής χρήσης βρήκαν τους κατόχους τους. Και είναι ακριβώς αυτή η ταύτιση ιστορικών προσώπων με ευρήματα και αντίστροφα η προσωποποίηση των ευρημάτων το μεγάλο πλεονέκτημα της έκθεσης για τους βασιλείς της Μακεδονίας και την πρωτεύουσά τους, τις Αιγές, που θα εγκαινιασθεί στις 6 Απριλίου στην Οξφόρδη.

Αγνωστα ως σήμερα, αδημοσίευτα, βγαλμένα από τις αποθήκες του Μουσείου των Αιγών και από θησαυροφυλάκια είναι στην πλειονότητά τους τα 551 αρχαία αντικείμενα της έκθεσης. «Είναι μια έκθεση ιστορική με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα» συνοψίζει η αρχαιολόγος δρ Αγγελική Κοτταρίδη, προϊσταμένη της ΙΖ΄ Εφορείας Αρχαιοτήτων, που την οργάνωσε σε συνεργασία με το μουσείο. «Πολλά από τα εκθέματα σχετίζονται άμεσα με μέλη της ίδιας της βασιλικής δυναστείας και ακριβώς αυτή η δραματικά φορτισμένη συσχέτιση με συγκεκριμένα ιστορικά πρόσωπα γίνεται εξαιρετικός αφηγηματικός μοχλός που ενεργοποιεί τον επισκέπτη» προσθέτει.
Ολα τα αντικείμενα της έκθεσης, με εξαίρεση το πορτρέτο του Αλέξανδρου που βρέθηκε στην Πέλλα, προέρχονται από τις Αιγές, λίκνο της βασιλικής δυναστείας από την εποχή της εγκατάστασής της βορείως του Ολύμπου. Τα περισσότερα άλλωστε ήρθαν στο φως από τις ανασκαφές της τελευταίας εικοσαετίας. Οσο για τη χρονολόγησή τους, αρχίζει από το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής, συνεχίζεται στα γεωμετρικά χρόνια (10ος-8ος αι. π.Χ.), στα αρχαϊκά και στα κλασικά, για να φθάσει ως τον Αλέξανδρο Δ΄, γιο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης, που ήταν ο τελευταίος της γενιάς του.
«Ο στόχος μας είναι να παρουσιάσουμε με σαφήνεια και αμεσότητα στον μέσο επισκέπτη τα στοιχεία της εξέλιξης του μακεδονικού βασιλείου δίνοντας έμφαση στις άγνωστες πτυχές του και εστιάζοντας στα πρόσωπα και στις λειτουργίες των βασιλέων, των βασιλισσών και του περιβάλλοντός τους, που γίνονται προσιτοί, σχεδόν χειροπιαστοί μέσα από τα ευρήματα των τάφων τους, τα βασιλικά αναθήματα αλλά και το ίδιο το ανάκτορο των Αιγών» διευκρινίζει για το σκεπτικό της έκθεσης η κυρία Κοτταρίδη. Με όπλα από τη βασιλική συστάδα των Τημενιδών (560-420 π.Χ.) που συσχετίζονται με τους βασιλείς Αέροπο Α΄ και Αργαίο αλλά και με τα μέλη της οικογενείας του Αλέξανδρου Α΄ και του Περδίκκα Β΄ και βέβαια από την ταφική συστάδα του Φιλίππου Β΄ και του Αλέξανδρου Δ΄ ξεκινά η αφήγηση της ιστορίας των Μακεδόνων.
Η μεγάλη τοιχογραφία του βασιλικού κυνηγιού από τον τάφο του Φιλίππου Β΄, που με την τεχνική του φωτομωσαϊκού παρουσιάζεται σε φυσικό μέγεθος, καθώς και το πορτρέτο του από τη χρυσελεφάντινη κλίνη του βασιλιά, υποδηλώνουν την παρουσία του ηγεμόνα. «Τα υπολείμματα εξάλλου από τις ταφικές πυρές των Τημενιδών του 6ου αι. π.Χ.έρχονται να τεκμηριώσουν την παράδοση της εποχήςπου συνδέει τις ταφικές πυρές της Ιλιάδας με τη μεγαλοπρεπή ταφή του Φιλίππου Β΄ αλλά και με την ταφική πυρά του Ηφαιστίωνα στη Βαβυλώνα» επισημαίνει η κυρία Κοτταρίδη.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο συμπόσιο, σημαντικό θεσμό στη ζωή των Μακεδόνων, με αγγεία, σκεύη, εικόνες από τις χρυσελεφάντινες κλίνες του Φιλίππου Β΄ και μωσαϊκά των ανδρώνων του ανακτόρου. Ενας ελεφαντοστέινος κάπρος από το υποπόδιο της κλίνης του Φιλίππου Β΄ και ο Σαβάζιος (θρακική και φρυγική θεότητα) από την κλίνη του Αλέξανδρου Δ΄ προσφέρουν μια νύξη της λαμπρότητας των βασιλικών συμποσίων. Τέλος, και το ίδιο το ανάκτορο των Αιγών παρουσιάζεται μέσα από σχέδια, φωτογραφίες και βίντεο. Τρεις μεγάλες αίθουσες της νέας πτέρυγας του Ασμόλεαν, του πανεπιστημιακού μουσείου της Οξφόρδης, φιλοξενούν τα ευρήματα. Με δική του πρωτοβουλία διοργανώνεται άλλωστε η έκθεση, γεγονός που την καθιστά εξόχως σημαντική, καθώς το συγκεκριμένο ίδρυμα αναγνωρίζεται ως το μεγαλύτερο διεθνές κέντρο κλασικών σπουδών. «Πιστεύουμε ότι η παρουσίαση εκεί όλου αυτού του υλικού από τη Μακεδονία θα δώσει το έναυσμα για την ανάπτυξη επιστημονικού διαλόγου με θέματα όπως η δημιουργία αυτού του κράτους, η σχέση των ταφικών εθίμων των Μακεδόνων με τον Ομηρο,η τέχνη τους κτλ.» καταλήγει η κυρία Αγγελική Κοτταρίδη. Ηδη μάλιστα, παράλληλα με την έκθεση, το πανεπιστήμιο οργανώνει για ολόκληρο το θερινό εξάμηνο ανοιχτό σεμινάριο από ειδικούς επιστήμονες και ερευνητές με θέματα σχετικά με τη Μακεδονία που άπτονται της αρχαιολογίας, της Ιστορίας, της επιγραφικής κτλ.
Πριγκίπισσες, Βασίλισσες, Πρωθιέρειες

Ηταν βασίλισσες.Γιατί μόνο γυναίκες αυτής της τάξης μπορούσαν να κατέχουν τόσο πολύτιμα και πλούσια κοσμήματα.Αλλά ήταν και ιέρειες,αφού στην ταφή τους είχαν εναποτεθεί τα σκήπτρα της εξουσίας τους εν ζωή,όταν είχαν το προνόμιο να ασκούν στα ιερά λατρευτικές πράξεις.Αυτές οι τέσσερις βασίλισσες-ιέρειες που έρχονται από τα βάθη των αιώνων (10ο ως 8ο αι.π.Χ.),από όπου τις έφερε στο φως αρχικά το χέρι του Μανόλη Ανδρόνικου τη δεκαετία του ΄50,αποτελούν ένα μόνο ανάμεσα στα πολλά άγνωστα ευρήματα της μεγάλης έκθεσης για τις Αιγές.Τους επιφυλάσσεται άλλωστε ιδιαίτερη αντιμετώπιση καθώς θα «στηθούν» όρθιες,ως φιγούρες από πλέξιγκλας,επάνω στις οποίες θα τοποθετηθούν τα κοσμήματα που τις συνόδευσαν στην ταφή.Μαζί και τα «ιερατικά σκήπτρα» τους,από τα οποία διασώζεται μόνον η κεφαλή- το ξύλο έχει καταστραφεί- σε μορφή τρίδυμου,διπλού πελέκεως.
Μια άλλη μεγάλη Μακεδόνισσα,η σύζυγος του Αμύντα και πιθανότατα μητέρα του Αλέξανδρου Α΄, η επονομαζόμενη σήμερα «Δέσποινα των Αιγών»,που πέθανε γύρω στο 500 π.Χ.,θα είναι η προεξάρχουσα της ομάδας.Τα κοσμήματα από την πολύχρυση ταφή της θα στολίσουν την τρισδιάστατη φιγούρα της στο μουσείο δίνοντας μια ιδιαίτερα ζωντανή εικόνα για τη θέση των γυναικών στη μακεδονική αυλή.

Πριγκίπισσες,βασίλισσες,πρωθιέρειες,οι γυναίκες αυτές αποτελούν ιδιαίτερο κεφάλαιο της έκθεσης,γιατί ιδιαίτερος ήταν και ο ρόλος τους στο βασίλειο,όπως λέει η αρχαιολόγος κυρία Αγγελική Κοτταρίδη.«Τα εκθέματα ζωντανεύουν την εικόνα τους αλλά και τα σημαντικά λειτουργήματα που επιτελούσαν αυτές οι γυναίκες της βασιλικής οικογένειας στο αρχαϊκό μακεδονικό βασίλειο κάνοντας χειροπιαστή τη συνέχεια της παράδοσης που από τις μυθικές φιγούρες της προϊστορίας οδήγησε στις συναρπαστικές προσωπικότητες της Ευρυδίκης και της Ολυμπιάδας,προοιωνιζόμενες τις Αρσινόες,τις Βερενίκες και τις Κλεοπάτρες,τις μακεδόνισσες βασίλισσες που σφράγισαν με τη δράση τους την ιστορία της ελληνιστικής οικουμένης», προσθέτει.
Κοσμήματα,σκεύη τουαλέτας αλλά και αντικείμενα με ιερό-συμβολικό χαρακτήρα, όπως τα πήλινα κεφάλια θεϊκών και δαιμονικών ξοάνων,που βρέθηκαν σε τάφους της συστάδας των βασιλισσών συντελούν στην προσέγγιση αυτών των γυναικών της δυναστείας των Τημενιδών από τα μέσα του 6ου αι.π.Χ. ως τα χρόνια του Φιλίππου Β΄, με αποκορύφωμα,όπως λέει η κυρία Κοτταρίδη, «την ίδια την Ευρυδίκη,μάνα τριών βασιλιάδων και γιαγιά του Μεγαλεξάνδρου,τη γυναίκα που διαχειρίστηκε την εξουσία σαν να ήταν άντρας».
Εκείνοι που άλλαξαν την Ιστορία
Θέατρο συγκλονιστικών γεγονότων που άλλαξαν την πορεία του τότε κόσμου υπήρξαν οι Αιγές.Εκεί δολοφονήθηκε ο Φίλιππος το 336 π.Χ.,εκεί ανακηρύχθηκε ο Αλέξανδρος βασιλιάς και από εκεί ξεκίνησε τη μεγάλη εκστρατεία του στην Ανατολή την άνοιξη του 334 π.Χ.

«Από τη μεγάλη ανακάλυψη του Μανόλη Ανδρόνικου και εντεύθεν η αρχαιολογική σκαπάνη συσσωρεύει διαρκώς ευρήματαπου αποδεικνύουν ότι το βασίλειο των Μακεδόνων δεν ήταν τίποτε άλλοπαρά ένα από τα πολλά ελληνικά φυλετικά κρατίδια της Γεωμετρικής Εποχής» καταθέτει η αρχαιολόγος κυρία Αγγελική Κοτταρίδη,ανασκαφέας και η ίδια των Αιγών.«Η διαφορά του από τα κράτη της Νότιας Ελλάδας συνίστατο στον συντηρητισμό και στην εσωστρέφειαπου μαζί με τις παραδοσιακές δομές της ομηρικής εποχήςδιατήρησαν οι Μακεδόνες ακόμη και τη στιγμήπου στην Αθήνα εδραιωνόταν η δημοκρατία, καθώς εκείνοι βρίσκονταν απομακρυσμένοι από τις γενικότερες πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις».

Κάτι που δεν διήρκεσε για πολύ,φυσικά, αφού ο Φίλιππος και ο γιος του Αλέξανδρος θα γίνονταν στη συνέχεια οι καταλύτες για την αντιμετώπιση της βαθιάς κρίσης που περνούσε η Ελλάδα και ταυτόχρονα ο ριζοσπαστικός μοχλός για τη μετάλλαξη του αρχαίου κόσμου σε μια πιο εξελιγμένη ελληνιστική διεθνή και την επέκτασή του σε όλη τη Μεσόγειο και ως τα βάθη της Ανατολής.
«Από τον Ηρακλή στον Μέγα Αλέξανδρο.
Θησαυροί από τη βασιλική πρωτεύουσα των Μακεδόνων, ένα ελληνικό βασίλειο στα χρόνια της δημοκρατίας», Μουσείο Αshmolean της Οξφόρδης.

Διάρκεια έκθεσης: 7 Απριλίου - 29 Αυγούστου.







Περί φιλοπατρίας (Άρθρο στην εφ. "Το Βήμα" 3/4/2011)

Το πράγμα ξεκίνησε από μια απρέπεια, που επιβεβαιώνει όμως το αμφίβολο ρητό που λέει: ουδέν κακόν αμιγές καλού, και αντιστρόφως. Ιδού το ιστορικό της υπόθεσης, σύντομα και χωρίς ονόματα. Περασμένη Τετάρτη (23 Μαρτίου), δέχομαι επώνυμο τηλεφώνημα από επώνυμο ραδιοφωνικό σταθμό, με την παράκληση να πάρω μέρος σε προγραμματισμένη για το πρωινό της επαύριον εκπομπή με θέμα την πατριωτική ποίηση. Αρνούμαι καταρχήν (δηλώνοντας τυπική και ουσιαστική αναρμοδιότητα) αλλά τελικώς υπό πίεση ενδίδω. Περνώ τη νύχτα ψάχνοντας σχετικό υλικό, και την άλλη μέρα αναμένω το συμφωνημένο τηλεφώνημα στη συμφωνημένη ώρα. Αμ δε: άκρα του τάφου σιωπή, που λέει ο εθνικός μας ποιητής. Οπότε, εντός φρενών, για να μην πάει ο μεσονύχτιος κόπος μου ολότελα χαμένος, αποφάσισα να μεταφέρω εδώ κάποιες φιλοπάτριδες σημειώσεις που είχα ήδη καταγράψει. Και νά το νευρικό αποτέλεσμα της αστόχαστης αυτής απόφασης, αποτυπωμένο σε κάποιες, αφελείς μάλλον, απορίες. Οπως: τι πάει να πει «πατριωτική ποίηση»; πότε εμφανίστηκε, πού και πώς εφαρμόστηκε; ποια είναι τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα χαρακτηριστικά της; διατίθενται ποιητές που την εκπροσωπούν αυθεντικά, και άλλοι που την εκμεταλλεύονται; Κι ακόμη (μένοντας στον δικό μας χώρο και χρόνο: τον νεοελληνικό), μπορούμε να διακρίνουμε περιόδους έξαρσης και ύφεσης του ποιητικού αυτού είδους; Αυτά κι άλλα παρόμοια· ίσως σχολαστικά.


Σοβαρή πάντως απόκριση στα προηγούμενα ερωτήματα απαιτεί μάλλον συστηματική έρευνα, σε μορφή ίσως διατριβής, που ενδέχεται να υπάρχει, αλλά εγώ την αγνοώ. Ψάχνοντας ωστόσο αρμόδια Λεξικά και Γραμματολογίες, δεν βρήκα καν τον επίμαχο όρο. Αναρωτήθηκα μήπως πρόκειται για επετειακό ή και σχολικό εφεύρημα. Και μ΄ όλα ταύτα επιμένω.

Σκέφτομαι πως η πατριωτική ποίηση, αν όντως υπάρχει ως αυτόνομο είδος, προέκυψε ως ποιητικό παρεπόμενο εξεγερμένης φιλοπατρίας, υπό τον όρο ότι ορίζεται ακριβέστερα η έννοια πατρίς. Λέξη αρχαία που εμφανίζεται συχνά στον Ομηρο: ως πάτρη εντοπίζεται ήδη στο (πασίγνωστο και παρεξηγημένο) πρόταγμα του Εκτορα εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης, το οποίο προβάλλεται ως βίαιος αντίλογος στη συντηρητική φρόνηση του Πανδάρου ( Ιλιάς Μ 243). Συνηθέστερος ωστόσο είναι στα ομηρικά έπη ο τύπος πατρίς: είτε ως επίθετο των συνώνυμων ουσιαστικών γη,αία,άρουρα είτε ως ουσιαστικό προς δήλωση της γενέθλιας καταγωγής.

Αμιγώς πατριωτική ποίηση ωστόσο δύσκολα αναγνωρίζεται στην αρχαϊκή και στην κλασική εποχή, αν εξαιρεθούν οι πολεμικές ελεγείες του Εφέσιου Καλλίνου και του Σπαρτιάτη Τυρταίου. Πάντως η Ιλιάδα δεν είναι, με τα σημερινά μέτρα, πατριωτικό ποίημα· ούτε όμως και η Οδύσσεια, παρά τη νοσταλγική περιπάθεια του Οδυσσέα για τη γενέθλια Ιθάκη. Το ίδιο ισχύει ασφαλώς και για τους Πέρσες του Αισχύλου. Αλλά το θέμα θέλει προσεχτικότερη ανασκαφή στα σωζόμενα κείμενα, αν είναι να αποφύγουμε (σκόπιμες ή άσκοπες) υπερβολές. Για να μην παρεξηγηθώ: η πιθανή έλλειψη αυτόνομης πατριωτικής ποίησης στην πρώιμη και κλασική αρχαιότητα δεν σημαίνει καθόλου έλλειμμα ουσιαστικής φιλοπατρίας.

Περνώντας τώρα απότομα από την αρχαιολογία στη νεολογία, εντοπίζεται άνετα ο οίστρος πατριωτικού ποιητικού λόγου, σε συνάφεια με τη διέγερση της εθνικής συνείδησης, που φουντώνει στο γύρισμα από τον δέκατο όγδοο στον δέκατο ένατο αιώνα, συνδυασμένη με τα απελευθερωτικά κινήματα στον τόπο μας, στην Ευρώπη, στην Αμερική και αλλού. Με τους όρους αυτούς, θα πρότεινα η όποια πατριωτική ποίηση να θεωρηθεί μέρος (κάποτε και πυρήνας) εθνεγερτικού λόγου, που υπερβαίνει κάποτε τα όρια της ποίησης. Αποδεικτικό παράδειγμα στα καθ΄ ημάς ο Θούριος του Ρήγα, που ανακλά τη γενικότερη επαναστατική και απελευθερωτική του δράση και ιδεολογία. Ετσι άνοιξε καθαρά και ξάστερα ο δρόμος για τη σύμμειξη εθνικού και πατριωτικού λόγου, που ευνόησε την αναζήτηση και την καθιέρωση εθνικού ποιητή. Η καλή τύχη το έφερε ώστε να συμπέσουν στην αφετηρία αυτού του δρόμου δύο, ασύμπτωτοι άλλως πως, μείζονες ποιητές μας: ο Σολωμός και ο Κάλβος. Οι οποίοι καθόρισαν, καθένας με τον τρόπο του, τους όρους και τα όρια της πατριωτικής ποίησης στο εσωτερικό του εθνικού ποιητικού λόγου. Στην κρίσιμη αυτή καμπή διασταυρώθηκαν δύο παραπληρωματικές (συγκλίνουσες και συνάμα αποκλίνουσες) τροχιές γλώσσας, ρυθμού, ύφους, ακόμη και ήθους του ποιητικού μας λόγου.

Επιμένοντας στο πατριωτικό μερίδιο των δύο ποιητών, οφείλει κανείς να διακρίνει σημαντικές διαφορές και ομοιότητες και στο κεφάλαιο αυτό μεταξύ Σολωμού και Κάλβου. Ζητούμενο που φαίνεται να έχει ακόμη περιθώριο συμπληρωματικής συζήτησης.

Μικροί και μεγάλοι παίζουν στο Μουσείο της Ακρόπολης (13/4/2011 στην εφ. "Το Βήμα")

«Εδώ η Αθηνά... Εκεί η Αθηνά... Πού είναι η Αθηνά;» Το συγκεκριμένο παιχνίδι, καθ΄ όλα νόμιμο, θα παίζεται από τους μικρούς επισκέπτες του Μουσείου Ακρόπολης από αυτό το Σάββατο χάρις στην εφαρμογή του νέου προγράμματος προσέλκυσης του κοινού «Μια μέρα στο Μουσείο». Πρόκειται για μία πρόσκληση παραμονής στο χώρο με την προσφορά δέσμης δραστηριοτήτων για όλη την οικογένεια: Αρχαιολογικά παιχνίδια, προβολή για την Ακρόπολη, παρακολούθηση του καθαρισμού των Καρυάτιδων με λέιζερ, θεματικές παρουσιάσεις των εκθεμάτων, ψηφιακές εφαρμογές, αναγνωστήριο με θέα τον Παρθενώνα ακόμη και ελληνικές γεύσεις στο εστιατόριο και αναμνηστικά δώρα από το πωλητήριο.


Τις μικρές και μεγάλες επεμβάσεις στη λειτουργία και τις παροχές του μουσείου παρουσίασε το μεσημέρι ο καθηγητής κ. Δημήτρης Παντερμαλής, με την πεποίθηση, όπως είπε ότι «ο ρόλος του μουσείου είναι κοινωνικός». Και η καλύτερη απόδειξη; 17.660 επισκέπτες πέρασαν την 25η Μαρτίου το κατώφλι του Μουσείου, που είχε για εκείνη ακριβώς την ημέρα ελεύθερη είσοδο σημειώνοντας έτσι έναν αριθμό ρεκόρ. Στις 6000 φθάνουν εξάλλου ημερησίως οι επισκέπτες μετά από τους χειμωνιάτικους μήνες, που η επισκεψιμότητα είχε πέσει στις 2.000 - 3000.

Το «πείραμα» της Παρασκευής μάλιστα, που το μουσείο είναι ανοιχτό ως τις 10 το βράδυ έχει αποδώσει ιδιαίτερα. Και οι εισπράξεις; Είναι αρκετές ώστε να βγαίνουν τα έξοδα του μουσείου, όπως είπε ο κ. Παντερμαλής. Ο ίδιος ωστόσο διαφωνεί με τον μεγάλο αριθμό των «ελευθέρας» που φθάνουν στο 35 - 50% των εισιτηρίων καθημερινώς. «Είμαι της άποψης ότι είναι καλύτερα να υπάρχει χαμηλό εισιτήριο για όλους και όχι να χωρίζονται οι άνθρωποι σε κατηγορίες», είπε.

Επί του προκειμένου και όσον αφορά τα παιδιά οι νέες δραστηριότητες περιλαμβάνουν παιχνίδια, τα οποία οργανώθηκαν από την προϊσταμένη εκπαιδευτικών των προγραμμάτων της Ακρόπολης κυρία Κορνηλία Χατζηασλάνη. Οι επισκέπτες καλούνται να αναζητήσουν ένα δανειστικό σακίδιο από το γραφείο πληροφοριών μέσα στο οποίο υπάρχουν οι μουσειοσυσκευές, που θα χρησιμοποιήσουν τα παιδιά για να αναζητήσουν τις μορφές της θεάς Αθηνάς ανάμεσα στα εκθέματα. Το παιχνίδι συνδυάζεται με τη νέα ψηφιακή εφαρμογή «Αθηνά, η θεά της Ακρόπολης που είναι μία εικονική περιήγηση στις διαφορετικές υποστάσεις της θεάς αλλά και σε όλο το μουσείο. «Η παιδεία δεν επιβάλλεται, την κερδίζει κανείς», όπως είπε ο κ. Παντερμαλής.

Οσον αφορά τους μεγάλους μικρές επεμβάσεις, που έγιναν στην έκθεση συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόησή της, όπως η συγκέντρωση των πολύτιμων αρχαίων επιγραφών στον ίδιο χώρο, όπου μάλιστα πρόκειται να τοποθετηθούν οθόνες αφής για την παράθεση των κειμένων στην αρχαία ελληνική, στη νεοελληνική αλλά και στην αγγλική γλώσσα.

Εντός του έτους εξάλλου θα έχει ολοκληρωθεί η ανάδειξη της ανασκαφής, που είναι ενταγμένη στο μουσείο με εκθέσεις και διαδρομές για τους επισκέπτες. Σε τρεις μήνες υπολογίζεται να είναι έτοιμος και ένας πιο εμπεριστατωμένος από τον υπάρχοντα, οδηγός του Μουσείου στα ελληνικά και σε άλλες γλώσσες. «Δεν είμαι από αυτούς που λένε, ότι ο πολιτισμός θα μας σώσει. Χρειάζεται όμως κάποια στιγμή να μπορεί κανείς να αναπνεύσει και αυτό μπορεί να γίνει μέσω του πολιτισμού», κατέληξε ο κ. Παντερμαλής.



Ανοίγει ξανά το Ακρωτήρι στη Σαντορίνη (Άρθρο της Μαρίας Θερμού στην εφ. Βήμα, 17/4/2011)

Η μεταλλική στέγη τοποθετήθηκε, η θηραϊκή γη την κάλυψε και η αγριάδα που έσπειραν στο χώμα φύτρωσε προαναγγέλλοντας μια πράσινη άνοιξη για το Ακρωτήρι. Το θέαμα από ψηλά είναι μοναδικό αφού τα 12 στρέμματα του στεγάστρου που ήρθε να καλύψει τον εντυπωσιακά διατηρημένο προϊστορικό οικισμό του Ακρωτηρίου της Σαντορίνης μοιάζουν να είναι συνέχεια του εδάφους της. Αυτός ήταν και ο στόχος.

Από τις 31 Μαΐου, καταληκτική ημερομηνία παράδοσης του έργου, μια νέα εποχή αρχίζει για τον αρχαιολογικό χώρο αλλά και για ολόκληρο το νησί. Δεν υπάρχει άλλωστε αντίστοιχο αρχαίας πόλης 3.500 ετών που να έχει δώσει τόσα ευρήματα, να είναι σε θέση να προσφέρει τέτοιον πλούτο πληροφοριών για τους ανθρώπους και τη ζωή τους σε εποχές μη καταγεγραμμένες στον ιστορικό χάρτη, ενώ ταυτόχρονα να συνδέεται με ένα συνταρακτικό γεγονός, μία από τις μεγαλύτερες εκρήξεις ηφαιστείου στον κόσμο.
Θα μπορούσε να το δει κανείς και σαν ένα υπερθέαμα που τα έχει όλα: ηφαίστεια, εκρήξεις, σεισμούς, καταποντισμούς, τσουνάμι που έφθασε ως την Κρήτη και ηφαιστειακό χειμώνα. Ενας από τους μεγαλύτερους μύθους της προϊστορίας είναι αυτός της Θήρας. Και ένας λαμπρός πολιτισμός γεμάτος ορμή και ζωντάνια που έσβησε πάνω στην ακμή του σαν πυροτέχνημα ήταν αυτός στο Ακρωτήρι. Σπουδαίος ο ρόλος του στεγάστρου, λοιπόν, αφού καλείται να προστατέψει και να αναδείξει τον πολιτισμό που θάφτηκε μέσα στην ηφαιστειακή σποδό αλλά και να αναστρέψει μέσω της νέας, ενισχυμένης στο έπακρο κατασκευής του την αρνητική εικόνα που δημιουργήθηκε διεθνώς πριν από μερικά χρόνια με την πτώση ενός τμήματός του.

Μια πόλη-μουσείο θα γνωρίζουν οι επισκέπτες του Ακρωτηρίου και μάλιστα σε περιβάλλον με συνθήκες «θερμοκρασιακής άνεσης», το οποίο δημιουργείται χάρη στον βιοκλιματικό σχεδιασμό του στεγάστρου από τον βραβευμένο γι΄ αυτήν ακριβώς την ιδέα αρχιτέκτονα κ. Νίκο Φιντικάκη. Η πυκνή δόμηση, τα πολυώροφα κτίρια με τις πλούσιες τοιχογραφίες αλλά και το ανεπτυγμένο αποχετευτικό σύστημα, οι αποθήκες και οι βιοτεχνικοί χώροι, οι δρόμοι και οι πλατείες και μαζί οι θεματικές εκθέσεις αρχαίων αντικειμένων τις οποίες οργανώνει σε επιλεγμένα σημεία του οικισμού ο καθηγητής Αρχαιολογίας κ. Χρίστος Ντούμας, «ψυχή» του Ακρωτηρίου από το 1975, συνθέτουν τα στοιχεία του αρχαιολογικού χώρου.

Πάνω απ΄ όλα όμως είναι η εμπειρία και η αίσθηση που μπορεί να αποκομίσει κανείς περπατώντας στους ίδιους δρόμους όπου πάτησαν πριν από χιλιετίες οι πλούσιοι καραβοκύρηδες του νησιού φεύγοντας για μακρινά ταξίδια και επιστρέφοντας με δώρα εξωτικά για το σπιτικό τους, οι κομψές κυράδες όταν έβγαιναν στην εξοχή για να μαζέψουν κρίνα αλλά και όταν, με τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια τους, όλοι μαζί έπαιρναν τον δρόμο της φυγής. Και να σκεφθεί κα νείς ότι πρόκειται για ένα τμήμα μόνο του οικισμού καθώς το μεγαλύτερο μέρος του βρίσκεται ακόμη μέσα στη θηραϊκή γη.

Το κέντρο
Περί το 1/10 είναι το τμήμα της πόλης που βρίσκεται κάτω από το στέγαστρο. Κατά πάσα πιθανότητα, πρόκειται για το κέντρο της, όπως λέει ο κ. Ντούμας. «Γιατί τοιχογραφίες φαίνεται να υπάρχουν ακόμη και στα κτίρια που δεν έχουν ανασκαφεί. Δεν νομίζω λοιπόν ότι όλα τα σπίτια ήταν τόσο πλούσια και περιποιημένα». Σε 50-60 ανέρχονται τα κτίρια που έχουν εντοπισθεί σε αυτόν τον χώρο, ωστόσο ανασκαμμένα πλήρως είναι μόνο τέσσερα-πέντε. «Για πρώτη φορά όμως θα αναδειχθούν τώρα οι κορυφές άλλων 20ώστε ο επισκέπτης να έχει την κάτοψη του οικισμού» λέει ο καθηγητής.

Τρεις διαδρομές χαράσσονται μέσα στον οικισμό: για το ευρύ κοινό, για τα άτομα με αναπηρίες και για τους επιστήμονες. Δώδεκα θα είναι οι στάσεις επίσκεψης με ισάριθμες θεματικές εκθέσεις, οι οποίες αφορούν τη σχέση των κατοίκων του οικισμού με τη θάλασσα, τα σκαριά των πλοίων, το εμπόριο, τα εισηγμένα εξωτικά προϊόντα, την καθημερινότητα στην πόλη, τα μαγειρικά σκεύη, την τροφή και την οικοτεχνία μέσω της υφαντικής και της μεταλλουργίας. Μόνιμες και φορητές εστίες μαγειρικής, ψηστιέρες και υποδοχές για σουβλάκια, μαγκάλια, καλάθια και δίχτυα, κρόταλα, λίθινα και μεταλλικά εργαλεία και σκεύη, τεράστιοι αποθηκευτικοί πίθοι που στέκονται στη θέση τους, απρόσμενοι σπόροι φυτών όπως κέδρου και ροδιάς, παστά ψάρια και σαλιγκάρια, στοιχεία για την καλλιέργεια αμπέλου και για την πα ραγωγή... μπίρας: όλα τα ευρήματα θα είναι τοποθετημένα σε χαμηλές ξύλινες προθήκες για να είναι ορατά από πάνω. Οι περίφημες τοιχογραφίες εξάλλου θα παρουσιαστούν σε αναπαραστάσεις φυσικού μεγέθους.
Η περιπέτεια
Το 2000 ξεκίνησε η κατασκευή του στεγάστρου προκειμένου να αντικαταστήσει τη μικρή και απλή μεταλλική κατασκευή που είχε τοποθετηθεί στις αρχές της δεκαετίας του ΄70- επί Σπυρίδωνος Μαρινάτου, ο οποίος ανακάλυψε το Ακρωτήρι το 1967. Στις 23 Σεπτεμβρίου 2005 και ενώ το έργο είχε σχεδόν ολοκληρωθεί, η υποχώρηση της στέγης σε ένα σημείο της, με αποτέλεσμα τον θάνατο ενός ανθρώπου και τον τραυματισμό άλλων έξι, ανέστειλε τα πάντα. Η αναζήτηση των αιτίων όμως δεν κατέληξε πουθενά και επίσημο πόρισμα δεν υπήρξε.
Το βέβαιο πάντως είναι ότι, σύμφωνα με τη νέα βρετανική μελέτη, έγιναν αλλαγές στον στατικό κυρίως φορέα. Αλλαξαν εξ ολοκλήρου τα αντισεισμικά εφέδρανα που προστατεύουν το στέγαστρο από σεισμικές δονήσεις, καταπονήσεις και φορτία, αλλά και η μεταλλική αρθρωτή στέγη (χωροδικτύωμα) η οποία αντικαταστάθηκε από πιο συμπαγή κατασκευή, επίσης μεταλλική. Το κόστος πάντως για το Ελληνικό Δημόσιο παρέμεινε το ίδιο: 32 εκατ. ευρώ (16 εκατ. από το Β΄ και Γ΄ ΚΠΣ και 16 εκατ. από το ελληνικό κράτος).
ΣΤΕΓΑΣΤΡΟ ΓΙΑ ΜΗΔΑΜΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Δύο στέγες, μία ξύλινη και μία μεταλλική,οι οποίες απέχουν μεταξύ τους από ένα ως δύο μέτρα,παίζουν τον ουσιαστικό ρόλο στη λειτουργία του βιοκλιματικού στεγάστρου δημιουργώντας ένα περιβάλλον πέντε ως έξι βαθμών χαμηλότερο του εξωτερικού χώρου.Οπως εξηγεί ο κ. Φιντικάκης, «το στέγαστρο διαθέτει 14 τόξα,καθένα από τα οποία έχει ανοίγματα προς τον Βορρά και προς τον Νότο.Η διαμπερής κυκλοφορία του αέρα γίνεται τη νύχτα με το άνοιγμα όλων των “παραθύρων”, όταν η θερμοκρασία στο νησί είναι γύρω στους 18 βαθμούς (την ημέρα φθάνει τους 37).Την ημέρα ο ζεστός αέρας ανεβαίνει προς τα πάνω,περνά μέσα από τις περσίδες της ξύλινης οροφής και απάγεται από τα ανοίγματα του Νότου».
Χώμα πάχους 7 εκατοστών- αντί για 13,που είχε τοποθετηθεί αρχικώς,αφού ο νέος φέρων οργανισμός είναι βαρύτερος από τον προηγούμενο- καλύπτει την οροφή αποτρέποντας τις αχτίδες του ηλίου να ζεστάνουν τον χώρο.Το αποτέλεσμα; «Εχω μηδενική κατανάλωση ενέργειας σε αυτό το έργο» τονίζει ο κ.Φιντικάκης.
Εσωτερικά το στέγαστρο βρίσκεται σε ύψος τεσσάρων ως έξι μέτρων από τις αρχαιότητες,ενώ υπάρχουν 11 έξοδοι διαφυγής.Στον περιβάλλοντα χώρο ένας διάδρομος οδηγεί στην είσοδο.
Υπάρχουν εκεί τρία φυλάκια,ένα κυλικείο,ιατρείο,χώρος ξεναγών,τουαλέτες, αποθήκες,χώροι συντήρησης,υδατοδεξαμενές για τη συγκέντρωση του νερού της βροχής που θα προέρχεται από την οροφή του στεγάστρου,ενώ έχει προβλεφθεί και βιολογικός καθαρισμός.

της ΜΑΡΙΑΣ ΘΕΡΜΟΥ

Η τριήρης ήταν και αθλητικό σκάφος; Άρθρο του Π.Ν.Λινάρδου στην εφ. "Βήμα" (17/4/2011)

Η ΠΕΡΙΛΑΛΗΤΗ τριήρης ήταν μόνο πολεμικό σκάφος ή είχε και την αθλητική ιδιότητα; Ευκαιρία για απάντηση έδωσε η αξιόλογη εκδήλωση και έκθεση «Ναυτική τέχνη - Ναυτικός πολιτισμός- Πολιτισμική διαχείριση του ιστορικού αρχείου της τριήρους “Ολυμπιάς”». (Το σκάφος αυτό ως άρτια τεχνολογική αναβίωση συνδέεται άρρηκτα με τους Ολυμπιακούς του 2004). Για την όλη εκδήλωση συνεργάστηκαν στο Ιδρυμα Ευγενίδου, η Βιβλιοθήκη Ναυτικού Πολιτισμού, το Ιστορικό Αρχείο της τριήρους «Ολυμπιάς», ο Ομιλος Ερετών και ο Σύλλογος Αποφοίτων Σχολής Μονίμων Υπαξιωματικών Πολεμικού Ναυτικού, με συντονιστή τον ερέτη και δημιουργό του αρχείου της «Ολυμπιάδας» Γ. Καλογερόπουλο.




***



Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ διαχρονικότητα της αρχαίας τριήρους, ως άρρηκτου στοιχείου του πολιτισμού και της δημοκρατίας, είναι επόμενο να έχει απωθήσει την αθλητική ιδιότητα του θρυλικού αυτού σκάφους. Ωστόσο η κωπηλασία στην Αρχαία Ελλάδα απολάμβανε κάτι ανάλογο με ό,τι συμβαίνει και σήμερα με τα αθλήματα εκτός του ολυμπιακού προγράμματος. Η βιβλιογραφία και άλλων μορφών πηγές καταγράφουν ότι οι αθλητικοί αγώνες με κωπήλατα σκάφη ήταν ελκυστική επιλογή στην κοινωνία της Αρχαίας Ελλάδας και ιδιαίτερα στην Αττική και στον Σαρωνικό. Η αναφορά είναι σαφής ως προς τη διεξαγωγή αγώνων «νηών», βασικά τριηρών, από τον 5ο αι. π.Χ. και μετά. Σε ένα σχετικό με την κωπηλασία κείμενό της η ιστορικός Θ. Καράγιωργα-Σταθακοπούλου («Η Ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων», Εκδοτική Αθηνών, 1982) παρέχει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία.



***



Η ΑΝΑΔΡΟΜΗ στην «αθλητική τριήρη» έχει ιστορικό ενδιαφέρον, αλλά και διατηρεί στη μνήμη και στη γνώση σημαντικά στοιχεία σύζευξης της εμβληματικής μορφής της τριήρους με την κοινωνία των φυλών της Αττικής. Στους αγώνες έπαιρναν μέρος εκπρόσωποι τριήρεις των φυλών της Αττικής και το έπαθλο δινόταν στη φυλή. Η ουσιώδης σημασία είναι ότι τα πληρώματα, μηδέ του κυβερνήτη εξαιρουμένου, ήσαν έφηβοι. Τούτο σημαίνει ότι μέσω της άθλησης και της άμιλλας εκφραζόταν αισιοδοξία και εμπιστοσύνη στη νέα γενιά.



***



ΚΩΠΗΛΑΤΙΚΟΙ αγώνες τελούνταν στο πλαίσιο των Παναθηναίων, στον Πειραιά (Μουνίχια και Διισωτήρια), στη Νικόπολη (τα Ακτια Πρέβεζας), στη Σαλαμίνα (τα Αιάντεια), όπως και αλλού η τριήρης δέσποζε επί αιώνες, αλλά αργότερα χρησιμοποιούνταν ελαφρότερα σκάφη ακόμη και με ολιγομελές πλήρωμα (τριών ως οκτώ ανδρών)- ευνόητη η παραπομπή στα σημερινά πληρώματα. Βέβαια η αθλητική άμιλλα με «εργαλείο» ένα πολεμικό σκάφος υποδήλωνε και τη στρατιωτική προπαίδευση. Ιδιαίτερη αξία έχει η πληροφορία ότι στα νερά του Σαρωνικού η νέα γενιά των κωπηλατών χρησιμοποιούσε ιερά σκάφη («εν ταις ιεραίς ναυσίν») με ονόματα που ταξιδεύουν με τα φτερά του θρύλου («Πάραλος», «Σαλαμινία», καθώς και «Δημητριάδα», «Αντιγονίδα»). Και η ιστορικός Θ. Καράγιωργα σχολιάζει ότι «αν όντως η πόλη εμπιστευόταν στους έφηβους αθλητές ιερά σκάφη τότε αντιλαμβάνεται κανείς πια σημασία- συμβολική και ουσιαστική έννοια- είχαν οι αγώνες για το γόητρο της αθηναϊκής πολιτείας».



***



Ο ΤΡΟΠΟΣ διεξαγωγής των αγώνων έχει το ενδιαφέρον του. Στη μια μορφή τα σκάφη παρατάσσονταν μακριά από την ακτή σε σειρά και ο τερματισμός γινόταν στην απέναντι παράκτια ζώνη. Ο άλλος τρόπος είχε ως αφετηρία ένα ευρύχωρο και κατάλληλο παράκτιο σημείο- π.χ. κάτω από τον Ιερό Ναό στο Σούνιο- και ο τερματισμός γινόταν πολύ μακριά, στον Πειραιά. Ακόμη και τα έπαθλα-αμοιβές (σε χρήμα και είδος) για τις νίκες στις λεμβοδρομίες ήταν υψηλότερου επιπέδου σε σύγκριση με τα άλλα αθλήματα και αγωνίσματα στις εκτός Ολυμπίας διοργανώσεις. Να λοιπόν που η τριήρης και τα διάδοχα ελαφρότερα σκάφη παρουσιάζουν αθλητική υπόσταση άξια ιστορικής μνείας, αλλά και γνώσης ως προς το σήμερα.





Βιβλιοκριτική

Αρχαία ελληνική λογοτεχνική κριτική


Η χρονολόγηση των πραγματειών «Περί ύψους» και «Περί ερμηνείας» αποτελούν χρόνιο άλυτο πρόβλημα

Του Δανιηλ Ι. Ιακωβ*

Δημήτριος, «Περί ερμηνείας», Εισαγωγή - κείμενο - μετάφραση - σχόλια Ν. Καλοσπύρος, Αθήνα, εκδ. Δαίδαλος - Ι. Ζαχαρόπουλος 2010, σ. 374.

ΜΕΛΕΤΗ. Ενα από τα περιώνυμα παιχνίδια της ιστορίας της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας έγκειται στο γεγονός ότι ο συγγραφέας και η χρονολόγηση δύο σημαντικών πραγματειών για τη λογοτεχνική κριτική, των κειμένων του Περί ύψους και του Περί ερμηνείας, αποτελούν χρόνιο και μάλλον άλυτο πρόβλημα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τοποθετούνται, με ποικίλες χρονολογικές διαβαθμίσεις, στην ευρυχωρία της ελληνιστικής περιόδου και έχουν αποδοθεί, με ελάχιστη πιθανότητα, στον Λογγίνο και στον Δημήτριο τον Φαληρέα αντίστοιχα. Από αυτές τις πραγματείες η πρώτη αναφέρεται αποκλειστικά στο υψηλό ύφος και η δεύτερη στη διάκριση τεσσάρων υφικών τύπων. Αφετηρία του σχετικού προβληματισμού υπήρξε, ασφαλώς, η αριστοτελική Ρητορική. Επιπλέον, το γεγονός ότι αρκετές απόψεις του Περί ερμηνείας έχουν περιπατητική προέλευση, διευκόλυνε την απόδοσή του στον Δημήτριο τον Φαληρέα. Τα διαθέσιμα στοιχεία, πάντως, δεν επαρκούν για μια αδιαμφισβήτητη χρονολόγηση.

Κατά τον Δημήτριο, όπως προαναφέρθηκε, οι υφικοί χαρακτήρες είναι τέσσερις: ο ισχνός, ο μεγαλοπρεπής (δηλαδή ο υψηλός), ο γλαφυρός και ο δεινός. Είναι προφανές ότι οι δύο πρώτοι τύποι αλληλοαποκλείονται, ενώ οι υπόλοιποι μπορούν να συγκροτήσουν διαφόρους συνδυασμούς. Ο Δημήτριος γνωρίζει και εκμεταλλεύεται την ψυχολογία του αναγνώστη. Για παράδειγμα, παραγγέλλει κάθε περίοδος να διαθέτει το κατάλληλο μήκος, ώστε ο αναγνώστης να μη λησμονήσει την αρχή της, όταν θα έχει φτάσει στο τέλος της. Εντοπίζει τον προσφορότερο αρκτικό και καταληκτικό ρυθμό μιας περιόδου. Αναγνωρίζει ότι η επιδίωξη της απόλυτης ενάργειας και η αποφυγή της τραχύτητας στην επιλογή των λέξεων δεν έχουν πάντοτε ευεργετικό υφολογικό αποτέλεσμα. Αντίθετα, μια λελογισμένη χρήση τους θεωρείται περισσότερο ενδεδειγμένη. Με εντυπωσιακό τρόπο μνημονεύει άφθονα παραθέματα από μεγάλους συγγραφείς (π. χ. από τον Θουκυδίδη και τον Πλάτωνα) και δείχνει με πρακτικό τρόπο ότι μια διαφορετική επαναδιατύπωσή τους οδηγεί σε πενιχρό ή αδιάφορο υφολογικό αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια, ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται ότι το νόημα μιας πρότασης καθαυτό ενδέχεται να είναι σημαντικό, αλλά, για να το προσλάβει θετικά ο αναγνώστης, απαιτείται η κατάλληλη γλωσσική επένδυση, που εξαρτάται από ποικίλες παραμέτρους, μερικές από τις οποίες ήδη επισημάνθηκαν ενδεικτικά παραπάνω. Στη συνέχεια ο συγγραφέας συζητά τα σχήματα λόγου και φαινόμενα όπως η χασμωδία, τα οποία επηρεάζουν αποφασιστικά τη μουσικότητα μιας πρότασης. Στην περίπτωση της χασμωδίας ειδικότερα κάνει λόγο για σύγκρουσιν φωνηέντων, ενώ ο Καβάφης σε σχετικό πεζό του αναφέρεται σε «συνάντησιν φωνηέντων». Σημαντική είναι η ενότητα για τη μεταφορά και την παρομοίωση, γιατί με αυτόν τον τρόπο συχνά αποδίδουμε κάτι πιο εύστοχα παρά με την κυριολεξία.

Η μετάφραση είναι, σε γενικές γραμμές, ικανοποιητική, ιδιαίτερα αν συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι πρόκειται για μια δύστροπη τεχνογραφική πραγματεία, δεν θα μπορούσε όμως να παραβληθεί με την αριστοτεχνική μετάφραση ενός κειμένου ανάλογης δυσκολίας, του Περί ύψους, την οποία φιλοτέχνησε ο καθηγητής Μ. Ζ. Κοπιδάκης (Ηράκλειο 1990), καθιστώντας την αναπόφευκτο μέτρο σύγκρισης στον τομέα παρόμοιων κειμένων. Ο λόγος είναι ότι συχνά παρατηρείται εναλλαγή λόγιων και δημοτικών λέξεων, με αποτέλεσμα να παραβλάπτεται η υφολογική ομοιογένεια της απόδοσης. Μερικές επιλογές πρέπει να αναθεωρηθούν, όπως η χρήση της λέξης «φιοριτούρα» και του επιθέτου «ανέμφατος» ή της δυσνόητης συμπλοκής «ατρεμής ήχος». Αλλά και η αμετάφραστη λέξη διάλυσις πρέπει να αποδοθεί ως ασύνδετο. Γενικότερα, η πυκνή χρήση ειδικών υφολογικών όρων αποτελεί πρόβλημα σε παρόμοια τεχνικά κείμενα, και η νεοελληνική τους απόδοση είναι κεφαλαιώδους σημασίας, γιατί οι όροι αυτοί υιοθετούνται και αναπαράγονται σε επόμενες μελέτες. Η εισαγωγή είναι κατατοπιστική και συζητά, με βάση την πλούσια και πολύγλωσση σχετική βιβλιογραφία, θέματα όπως η πατρότητα και η χρονολόγηση της πραγματείας, το περιεχόμενό της κατά ενότητες, οι πηγές της, η σχέση με άλλα συγγράμματα αυτού του τύπου (π. χ. με τα τεχνοκριτικά έργα του Διονυσίου του Αλικαρνασσέα), η χειρόγραφη παράδοση και οι διάφορες γραφές ή οι προταθείσες διορθώσεις του κειμένου, και, τέλος, οι έντυπες εκδόσεις από την εφεύρεση της τυπογραφίας και εξής. Τα σχόλια, βασισμένα κυρίως στην πρόσφατη έκδοση του Chiron, είναι χρήσιμα και φωτίζουν σημεία του κειμένου που απαιτούν περαιτέρω διασάφηση.

Το Περί ερμηνείας ανήκει στα κείμενα που δεν έχουν γνωρίσει πολλές μεταφράσεις ή σχολιασμένες εκδόσεις στη χώρα μας, επειδή δεν εντάσσεται συχνά στο πανεπιστημιακό διδακτικό πρόγραμμα ή στα ερευνητικά ζητούμενα των Ελλήνων μελετητών. Από την άποψη αυτή η προσπάθεια του επιμελητή της παρούσας έκδοσης πρέπει να αποτιμηθεί θετικά ως πρώτη συστηματική προσέγγιση αυτού του έργου, η οποία μακάρι να έχει συνέχεια. Αλλά και ο εκδοτικός οίκος «Δαίδαλος - Ι. Ζαχαρόπουλος» αξίζει τις ευχαριστίες μας, γιατί σε μικρόψυχους και δίσεχτους καιρούς επιμένει με πείσμα σε βιβλία αρχαιογνωστικού ενδιαφέροντος.

* Ο κ. Δανιήλ Ι. Ιακώβ είναι καθηγητής στο Τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ.

Από το Διδασκαλείο της Νέας Ελληνικής Γλώσσας για τη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ


ΩΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ /ΞΕΝΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Ενδεικτική βιβλιογραφία

Αρβανιτάκη Φ., Παντελόγλου Λ. (1998): Άκου να δεις 1, (βιβλίο ακουστικής κατανόησης για ξενόγλωσσους), Αθήνα: Δέλτος.

Αρβανιτάκη Φ., Καραδήμος Γ., Νέλλα Γ. (1998): Άκου να δεις 2, (βιβλίο ακουστικής κατανόησης για ξενόγλωσσους), Αθήνα: Δέλτος.

Αρβανιτάκης Κ., Αρβανιτάκη Φ. (1992-1994): Επικοινωνήστε ελληνικά 1-3. Σύγχρονη μέθοδος εκμαθήσεως ελληνικών για ξενόγλωσσους, Αθήνα: Δέλτος. (διδακτικά εγχειρίδια + βιβλία ασκήσεων + κασέτες)

Ασημακοπούλου Α., Ψιλλοπούλου Α. (1990): Βελτιώνω τα Νέα Ελληνικά, Αθήνα.

Βαλσαμάκη-Τζεκάκη Φ. κ.ά. (1997): Ελληνικά και Επιστήμη, Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Γκιώχα Δ., Δεμίρη-Προδρομίδου Ε., Παναγοπούλου Ε., Τλούπα Σ., Χατζηπαναγιωτίδη Α. (1999): Και τώρα… Γραμματική, Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Δεληκωστόπουλος Α. Ι. (1993): Ελληνικά για ξένους. Greek for Foreigners, Αθήνα: Efstathiadis Group.

Δεμίρη-Προδρομίδου Ε., Νικολαΐδου-Νέστορα Δ., Τρύφωνα-Αντωνοπούλου Ν. (1983): Η Γλώσσα των Ιδιωτισμών και των Εκφράσεων, Θεσσαλονίκη: University Studio Press. (+ βιβλίο ασκήσεων, 1985)

Δημητρά Δ., Παπαχειμώνα Μ. (1991): Ελληνικά Τώρα 1+1, Ελληνικά Τώρα 2+2, Αθήνα: Νόστος. (διδακτικά εγχειρίδια + βιβλία ασκήσεων + κασέτες)

Θεοφανοπούλου - Κοντού Δ. κ.ά. (επιμ. έκδ.) (1998): Θέματα Νεοελληνικής Σύνταξης. Θεωρία - Ασκήσεις, Αθήνα: Διατμηματικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας της Νέας Ελληνικής ως Ξένης Γλώσσας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Καβουκόπουλος Φ., Κουτσομητοπούλου Ε., Αργυρούδη Μ., Δαγκλή Β. (1997): Νέα Ελληνικά για Αρχάριους, Αθήνα - Κρήτη, Νεφέλη - Πανεπιστήμιο Κρήτης (Τμήμα Φιλολογίας).

Λύτρα Σ. (1985-1986): Νέα Ελληνικά 1-2, Άλφα: Αθήνα.

Μαυρούλια Σ., Γεωργαντζή Ε. (1988-1993): Τα Ελληνικά για Ξενόγλωσσους, Πρώτο βιβλίο, 2η έκδ. 1993, Δεύτερο βιβλίο 2η έκδ. 1988, Αθήνα. (διδακτικά εγχειρίδια +βιβλία ασκήσεων+ κασέτες)

Μαυρούλια Σ., Γεωργαντζή Ε. (1995): Τα Ελληνικά για Ξενόγλωσσους. Γλώσσα και Πολιτισμός, Τρίτο βιβλίο, Τέταρτο βιβλίο, Αθήνα. (διδακτικά εγχειρίδια +βιβλία ασκήσεων+ κασέτες)

Μόσχου Δ., Νικέζη Ε., Χατζηθεοδωρίδης Γ. (1999): Μαθήματα Ελληνικών, Μέθοδος Εντατικής Διδασκαλίας, Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Μπαμπινιώτης Γ. (1993): Σε συνεργασία με: Αναγνωστοπούλου Α., Αργυρούδη Ει., Κολυβά Μ., Μήτση Ν.: Ελληνική Γλώσσα. Εγχειρίδιο διδασκαλίας της Ελληνικής ως Δεύτερης (Ξένης) Γλώσσας, Αθήνα: Ίδρυμα Μελετών Λαμπράκη. (+ απόδοση του λεξιλογίου στη ρωσική + κασέτα)

Παναγοπούλου Ε., Χατζηπαναγιωτίδη Α. (1997): Ελληνικά για Προχωρημένους (Ομογενείς και Αλλογενείς) γ΄ κύκλος, Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.

Συνεργασία του διδακτικού προσωπικού του Σχολείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1983): Αρχίζω τα Ελληνικά, Περισσότερα Ελληνικά, Πλουτίζω τα Ελληνικά μου, Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Συνεργασία του διδακτικού προσωπικού του Σχολείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (³1998): Τα Νέα Ελληνικά για Ξένους, Θεσσαλονίκη: University Studio Press. (+ κασέτα)

Συνεργασία του διδακτικού προσωπικού του Σχολείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (²2000): Ξέρετε Ελληνικά; (Διάλογοι, Ασκήσεις, Λύσεις των Ασκήσεων), Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Τλούπα Σ., Χατζηπαναγιωτίδη Α. (1992-1993): Τα Νέα Ελληνικά 1-2, Αθήνα: Παπαζήσης.

Τλούπα Σ. (1994): Πολιτιστικό Πανόραμα, Νέα Ελληνικά και Πολιτισμός, Θεσσαλονίκη: Βανιάς.

Τζεκάκη Φ., Χατζηπαναγιωτίδη Α. (1994): Τα Ελληνικά ως Δεύτερη Γλώσσα (αβγ), Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.

Χαραλαμποπούλου Ν., Χαραλαμπόπουλος Α. (1996): Τα Ελληνικά ως Δεύτερη/ Ξένη Γλώσσα, Επικοινωνιακή Προσέγγιση, 1. Επίπεδο Αρχαρίων, Θεσσαλονίκη - Αθήνα: Παρατηρητής, - Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Γενική Γραμματεία Λαϊκής Επιμόρφωσης.

Λογοτεχνία για ξένους



Στρατής Μυριβήλης, Ο Βασίλης ο Αρβανίτης, (επιμ. Άννα Χατζηπαναγιωτίδου), ILS, Αθήνα: Παπαζήσης.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Το μοιρολόγι της φώκιας - Όνειρο στο κύμα - Έρως-Ήρως, (επιμ. Άννα Χατζηπαναγιωτίδου), ILS, Αθήνα: Παπαζήσης.

στη σειρά Μικρές Ιστορίες σε Απλά Ελληνικά

Αρβανιτάκης Κλ. (διασκευή από τα ιταλικά) (1998): Ποιος είναι ο Α.Μ.; (1ο επίπεδο), Αθήνα: Δέλτος.

Αρβανιτάκης Κλ. (διασκευή από τα ιταλικά) (1998): Το μοντέλο που ήξερε πολλά (3o επίπεδο), Αθήνα: Δέλτος.

Εξαρχοπούλου Λ.(1999): Κανάλι 35 (3o επίπεδο), Αθήνα: Δέλτος.

Κολέθρα Ν. (1999): Περιπέτεια στη Μάνη (4o επίπεδο), Αθήνα: Δέλτος.

Μαργαρίτη Α. (1999): Το μυστικό του κόκκινου σπιτιού (5o επίπεδο), Αθήνα: Δέλτος.

στη σειρά Κείμενα σε Απλά Ελληνικά

Δημητρά Δ. (1998): Μια Δόση Τρέλας, Αθήνα: Νόστος.

Κιουλαφίδου Ειρ., Παπαϊωάννου Ντ.(επιλογή - απόδοση) (1998): Ελληνικά Παραμύθια, Αθήνα: Νόστος.

Κωστή Παλαμά, Ο Θάνατος του Παλικαριού, Αθήνα: Νόστος.



Περιοδικά "Νέα Παιδεία" - "Γλώσσα"

Βλ., για παράδειγμα, "Νέα Παιδεία" τ. 136

ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Αθανάσιος Αγγ. Ευσταθίου, Ο Δημοσθένης, ο 'Aρπαλος και το ταμείο του Μεγάλου Αλεξάνδρου: Η δημοκρατία ελέγχουσα τους λειτουργούς της στην Αθήνα της κλασικής περιόδου. . . . . . . . . . . .

Τρίτη 12 Απριλίου 2011

Συνοπτική παρουσίαση του γλωσσικού ζητήματος (με έμφαση στον Ψυχάρη): www.e-alexandria.gr/

Το γλωσσικό ζήτημα και ο ρόλος του Ψυχάρη
Ο όρος κοινωνική διγλωσσία χρησιμοποιείται στα ελληνικά αντί του αγγλικού όρου diglossia, τον οποίο εισήγαγε ο Charles Ferguson[1], για να χαρακτηρίσει το κοινωνιογλωσσικό φαινόμενο, σύμφωνα με το οποίο σε ορισμένες γλωσσικές κοινότητες χρησιμοποιούνται παράλληλα δύο σημαντικά διαφοροποιημένες ποικιλίες μιας γλώσσας, η καθεμία με το δικό της όνομα (γεγονός που αποδεικνύει ότι οι ομιλητές τις αντιλαμβάνονται ως διαφορετικά συστήματα), με απόλυτα καθορισμένες κοινωνικές λειτουργίες η καθεμία. Η λεγόμενη «υψηλή» («ανώτερη» ή υψηλού κύρους ποικιλία) χρησιμοποιείται σε όλες τις επίσημες και τις δημόσιες περιστάσεις επικοινωνίας, ενώ η «χαμηλή» («κατώτερη» ή χαμηλού κύρους ποικιλία) χρησιμοποιείται στην ιδιωτική ζωή των ομιλητών. Οι δύο ποικιλίες διαφέρουν ως προς το λειτουργικό τους ρόλο και εξυπηρετούν διαφορετικές επικοινωνιακές ανάγκες: οι σημαντικότερες πολιτικές και κοινωνικές λειτουργίες είναι συνδεδεμένες με την υψηλή ποικιλία, γεγονός που της αποδίδει σημαντικό κοινωνικό γόητρο. Μάλιστα μερικές φορές η κοινωνική καταξίωση της υψηλής ποικιλίας είναι τόσο μεγάλη, ώστε μερικοί ομιλητές φτάνουν στο σημείο να αρνούνται ακόμα και την ύπαρξη της χαμηλής ποικιλίας. Γενικότερα σε περιπτώσεις κοινωνικής διγλωσσίας επικρατεί η αντίληψη ότι η υψηλή ποικιλία είναι πιο «όμορφη», πιο «δομημένη», ικανότερη να εκφράσει συνθετότερα νοήματα, σε σύγκριση με τη χαμηλή ποικιλία που θεωρείται ότι έχει περιορισμένη εκφραστική ικανότητα. Η λανθασμένη αυτή άποψη, που είναι συνήθως διαδεδομένη σε ανθρώπους που δεν κατέχουν σε ικανοποιητικό βαθμό την υψηλή ποικιλία, σχετίζεται με τα στερεότυπα υποτίμησης που «συνοδεύουν» πάντα τις χαμηλές ποικιλίες και με την αρκετά αναπτυγμένη λογοτεχνική παράδοση (γραμμένη τις περισσότερες φορές στην υψηλή ποικιλία) που ανεβάζει ακόμα περισσότερο το κύρος της υπερκείμενης ποικιλίας.

Ήδη από την ελληνιστική περίοδο, εμφανίζονται οι προϋποθέσεις που επιτρέπουν την ανάπτυξη κοινωνικής διγλωσσίας στην ελληνική γλώσσα. Οι κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, ο εξελληνισμός άλλων λαών, οι συχνές μετακινήσεις πληθυσμών και η αλλαγή των κοινωνικοπολιτικών συγκυριών (η αντικατάσταση της πόλης – κράτους από τα αχανή ελληνιστικά κράτη), επηρέασαν σημαντικά τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους. Αποτέλεσμα όλων αυτών υπήρξε η εμφάνιση της Κοινής, μιας απλοποιημένης μορφής της αττικής, κυρίως, διαλέκτου, που αρχίζει να γίνεται η επίσημη προφορική και γραπτή γλώσσα σε όλη την Ελλάδα αλλά και στις ελληνιστικές επαρχίες. Η απλοποίηση όμως αυτή και η παρακμή της λογοτεχνικής παραγωγής οδήγησε από αντίδραση τους κλασικούς φιλολόγους της εποχής σε άκριτη μίμηση του ύφους των Αθηναίων ρητόρων του 5ου αιώνα και στη συνέχεια της παλαιότερης επικής ποίησης. Το κίνημα του αττικισμού απέδωσε την γενικότερη λογοτεχνική παρακμή στην αλλαγή της γλώσσας και πίστεψε πως η επιστροφή στην «ανώτερη» γλώσσα της κλασικής περιόδου ήταν η λύση του προβλήματος. Η ίδια κατάσταση διατηρήθηκε στη ρωμαϊκή και τη βυζαντινή περίοδο. Η προφορική φυσική γλώσσα του λαού θεωρούνταν κατώτερη για να εκφράσει ολοκληρωμένα και σοβαρά νοήματα και η επίσημη γλώσσα του κράτους ήταν στην πρώτη περίοδο τα Λατινικά και στη δεύτερη μια εξαρχαϊσμένη ελληνική που έτεινε στα κλασσικά πρότυπα του 5ου αιώνα π.Χ. Η υποδούλωση της βυζαντινής αυτοκρατορίας στους Τούρκους διατήρησε, θα μπορούσαμε να πούμε, τη διάκριση προφορικού - γραπτού λόγου. Το μεγάλο ποσοστό αναλφαβητισμού μεγάλωσε ακόμα περισσότερο το χάσμα ανάμεσα στη ζωντανή γλώσσα του λαού και στη γραπτή αρχαιοπρεπή γλώσσα των Φαναριωτών και του ανώτερου κλήρου. Και, ενώ το φαινόμενο της διγλωσσίας αρχίζει να ξεπερνιέται στις ελληνικές περιοχές που δεν γνώρισαν τουρκική κατάκτηση[2], στην κυρίως Ελλάδα η κατάσταση παραμένει σταθερή.

Λίγα χρόνια πριν την επανάσταση του 1821 έχουν διαμορφωθεί οι δύο βασικές «τάσεις» όσον αφορά το γλωσσικό ζήτημα: από τη μια πλευρά βρίσκουμε τους προοδευτικούς διανοούμενους που στηρίζονται (οικονομικά και ηθικά) από την ακμάζουσα αστική τάξη και υποστηρίζουν τη χρήση της απλής γλώσσας του λαού, ενώ αντίπαλοί τους τίθενται οι συντηρητικοί διανοούμενοι, ο κύκλος των Φαναριωτών και το Πατριαρχείο. Η αιτία που έφερε ξανά στην επιφάνεια τη σύγκρουση «ανώτερης» και «κατώτερης» ποικιλίας ήταν η επίμονη αναζήτηση ενός ενιαίου γλωσσικού οργάνου, προκειμένου να συγκροτηθεί μια εθνική παιδεία (που θα οδηγούσε στην απελευθέρωση του έθνους από τους Τούρκους) καθώς και η συστηματική καλλιέργεια και προβολή της ομιλούμενης γλώσσας από νέες κοινωνικές δυνάμεις, οι οποίες επιχειρούσαν να διαχειριστούν με νέους όρους και με νέα γλώσσα τα ζητήματα αγωγής και αυτογνωσίας του έθνους. Με την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1830), οι ιδέες του Διαφωτισμού υποχώρησαν, αφού πλέον οι προβληματισμοί της ελληνικής κοινωνίας στρέφονται γύρω από την πολιτική και τη διοικητική συγκρότηση. Αυτό που προέχει στη συγκεκριμένη περίοδο είναι η υιοθέτηση ενός γλωσσικού προτύπου που θα χρησιμοποιείται στα σχολεία του νεοσύστατου κράτους, καθώς και η απόδειξη της αδιάσπαστης συνέχειας του ελληνικού έθνους παρά τους τέσσερις αιώνες της τουρκικής κατάκτησης. Οι ιδέες του Fallmerayer και η όλη αντιμετώπιση των ξένων δυνάμεων προς το νεοσύστατο ελληνικό κράτος ήταν φυσικό να ενισχύσει το αίσθημα μειονεξίας που είχαν οι Έλληνες μορφωμένοι απέναντι στην αρχαία Ελλάδα και στην αρχαία Ελληνική γλώσσα. Ήταν λοιπόν επιτακτική η ανάγκη να «αποδειχθεί» η ιστορική συνέχεια της ελληνικής φυλής, και φυσικά η υιοθέτηση μιας γλωσσικής μορφής που έμοιαζε πολύ στην αρχαία ελληνική θεωρήθηκε η «μέγιστη απόδειξη» συγγένειας με την αρχαία Ελλάδα. Οι Έλληνες λόγιοι της εποχής, εγκλωβισμένοι σε ένα στατικό μοντέλο θεώρησης της ιστορίας, πίστεψαν πως ό,τι εξελίσσεται δεν είναι γνήσιο και προσπάθησαν με κάθε τρόπο να δείξουν σημεία ταύτισης με τους αρχαίους. Αυτό όμως οδήγησε στην αντίληψη πως και η γλώσσα δεν θα έπρεπε να αλλάξει από την αρχαιότητα. Έπρεπε λοιπόν να ξαναγίνει η γλώσσα αρχαία, να «καθαριστεί» από ξένες επιδράσεις και από οποιεσδήποτε αλλαγές. Αυτό ακριβώς δηλώνει και ο όρος «καθαρεύουσα». Η «καθαρή» γλώσσα θα ήταν η απόδειξη προς τους ευρωπαίους για την «καθαρότητα» του ελληνικού έθνους.

Στα 1888 τοποθετείται το σημείο εκκίνησης για τη δημιουργία του δημοτικιστικού κινήματος. Σταθμός στην εξέλιξη του γλωσσικού ζητήματος και στη γενικότερη πνευματική ζωή του τόπου απετέλεσε το έργο του Ψυχάρη Το ταξίδι μου, το οποίο χαρακτηρίστηκε μανιφέστο του δημοτικισμού. Ο Ψυχάρης, καθηγητής της Γλωσσολογίας στη Σχολή των Ζωντανών Ανατολικών Γλωσσών στο Παρίσι, σε αυτό το έργο κηρύσσει την ανάγκη να στραφεί ο νέος ελληνισμός στη μόνη αληθινή γλωσσική πηγή του, τη λαϊκή γλώσσα και να εγκαταλείψει την καθαρεύουσα. Ο Ψυχάρης ήταν ο πρώτος μετά τον Σολωμό που κήρυσσε με τόση θέρμη αλλά και επιστημονικά επιχειρήματα την καθιέρωση της γλώσσας που μιλάει ο λαός. Ξεκινάει από την αρχή ότι η γλώσσα είναι υπόθεση όλων και όχι μόνο των γραμματισμένων. Σκοπός του γλωσσικού του προγράμματος είναι να προκόψει, να μεγαλώσει το έθνος. Γι’ αυτό πιστεύει ότι πρέπει να καθιερωθεί η δημοτική ως γραπτή γλώσσα του έθνους και να γραφεί με απόλυτη γραμματική ομοιομορφία. Για να πλουτιστεί το λεξιλόγιο της δημοτικής, θα δανειστεί λέξεις και από την αρχαία[3] και από την καθαρεύουσα, αλλά όλες θα προσαρμοστούν, και στη φωνητική μορφή και στην κλίση τους, στη γραμματική της δημοτικής. Έτσι ο Ψυχάρης έγραψε πλεροφορώ (αντί πληροφορώ), βνωμοσύνη (αντί ευγνωμοσύνη), αφιθέατρο (αντί αμφιθέατρο), συγραφιάδες (αντί συγγραφείς), ακροατάδες (αντί ακροατές), ύποφτος (αντί ύποπτος), διεύτυση (αντί διεύθυνση), μικροσκόπι (αντί μικροσκόπιο), βιβλιοπουλείο (αντί βιβλιοπωλείο), νεκροθαφείο (αντί νεκροταφείο) , τω γραμμάτωνε και των τεχνώνε (αντί των γραμμάτων και των τεχνών) κλπ.

Με τον Ψυχάρη οι ατομικές φωνές υπέρ της δημοτικής θα γίνουν συλλογικό κίνημα. Τονίζει επανειλημμένα την ανεπάρκεια της ατομικής φωνής, την ανάγκη συλλογικής δράσης και της συνθηματοποίησης των αιτημάτων. Γνωρίζει ότι το έργο του θα συναντήσει αντιδράσεις και σε ένα βαθμό η απολυτότητα των απόψεών του[4] οφείλεται στο ότι θέλει με το κήρυγμά του να ταράξει τα «λιμνάζοντα νερά» της πνευματικής ζωής του τόπου. («Όλοι μας ένα» γράφει στο Ταξίδι και αμέσως μετά, το γνωστό «θέλω δόξα και γροθιές»). Με αφορμή τη δημοσίευση αυτού του έργου του Ψυχάρη θα ξεκινήσει μια πολεμική, που θα φτάσει σε σημείο να εκφράσει μια γενικότερη κοινωνική σύγκρουση μεταξύ δύο διαφορετικών εθνικών ιδεολογιών, μεταξύ διαφορετικών αντιλήψεων για τη σχέση της γλώσσας με το έθνος. Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι η ταύτιση της καθαρεύουσας και της αρχαίας γλώσσας με το «υψηλό» ύφος, η αυτόματη υποτίμηση της φυσικής γλώσσας, καθώς και οι κατηγορίες εναντίον των δημοτικιστών που θεωρούνται «υπαίτιοι» για τη «διαφθορά της ελληνικής γλώσσας και παιδείας».[5] Κάθε φορά που το δημοτικιστικό κίνημα προσπάθησε να δείξει ότι η είσοδος της δημοτικής στην εκπαίδευση απηχεί μια γενικότερη προσπάθεια αλλαγής του κοινωνικοπολιτικού status quo, η απάντηση των υποστηρικτών της καθαρεύουσας ήταν η κινδυνολογία για την τύχη της ελληνικής και η προσπάθειά τους να επιβάλλουν έναν «ανώτερο» γλωσσικό κώδικα που θα «προστατεύσει» το έθνος και τη γλώσσα από την «φθορά» που το απειλεί. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και η Frangoudaki[6] «η χρήση της καθαρεύουσας συνειρμικά δήλωνε αποδοχή των ιεραρχιών, σεβασμό των παραδοσιακών αξιών, αντίσταση στην κοινωνική εξέλιξη και στήριξη της δεδομένης κοινωνικοπολιτικής τάξης». Το γλωσσικό κήρυγμα του Ψυχάρη αποτελεί ορόσημο για την πορεία του γλωσσικού μας ζητήματος, γιατί από τότε γίνεται συνείδηση πως μόνο με τη νεοελληνική γλώσσα είναι δυνατή η δημιουργία ενός νεοελληνικού πολιτισμού. Ο γλωσσικός αγώνας του Ψυχάρη είναι στην ουσία ένας αγώνας για την πατρίδα. (Γράφει χαρακτηριστικά: Οποιος με διαβάσει θα καταλάβει με τι σκοπό έγραψα το Ταξίδι μου. Γλώσσα και πατρίδα είναι το ίδιο. Να πολεμά κανείς για την πατρίδα του ή για την εθνική του γλώσσα, ένας είναι ο αγώνας. Πάντα αμύνεται περί Πάτρης.) Η λογοτεχνία από την εποχή εκείνη και στο εξής θα γράφεται αποκλειστικά στη δημοτική γλώσσα και αρχίζουν οι πρώτες κινήσεις για την εισαγωγή της στην εκπαίδευση και στους άλλους τομείς της ζωής μας.

Ενδεικτική βιβλιογραφία σχετική με το γλωσσικό ζήτημα
Κορδάτου, Γ. Ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος, 5η έκδοση, Αθήνα, Εκδόσεις Μπουκουμάνη, 1943.
Λιάκου, Α., «Εξ Ελληνικής εις την ημών κοινήν γλώσσαν». Στο Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, (επιστημονική επιμέλεια Α. Φ. Χριστίδη), Ινστιτούτο Νεοελληνικών σπουδών, Ίδρυμα Μ. Τριανταφυλλίδη, 2000, σ. 963 – 971.
Πετρούνια Ευ., Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική («Αντιπαραθετική») Ανάλυση. Μέρος Α΄: Θεωρία. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1984.
Σταυρίδη - Πατρικίου, Ρ. Γλώσσα, Εκπαίδευση και Πολιτική, Αθήνα, Ολκός, 1999.
Φραγκουδάκη, Α., Η γλώσσα και το έθνος. 1880 – 1980, Εκατό χρόνια αγώνες για την αυθεντική ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2001.
Χάρη, Γ. (επιμέλεια), Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Πατάκη, 2001.
Χριστίδη, Α. Φ., «Γλωσσικές μυθολογίες: Η περίπτωση της Ελληνικής». Στο Η ελληνική γλώσσα στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, Αθήνα, Κέντρο Λογοτεχνικής Μετάφρασης, 1996, σ. 163 – 174,
Alexiou, M., "Diglossia in Greece". Στο Ηaas, W. (ed.), Standard languages, spoken and written, Mour Follick series 5, Manchester University Press, 1985, σ. 156 – 192.
Ferguson, C. A. “Diglossia”, Word 15, 1959, σ. 325 – 340.
Frangoudaki, A., “Diglossia and the present language situation in Greece: A sociological approach to the interpretation of diglossia and some hypotheses on today’s linguistic reality”. Language in Society 21, 1992, σ. 365 – 381.

--------------------------------------------------------------------------------
[1] Βλ. Ferguson, C. A., “Diglossia”, Word 15, 1959, σ. 325 – 340.
[2] Η διγλωσσική κατάσταση που προήλθε από τον αττικισμό ξεπεράστηκε τον 16ο και 17ο αιώνα στην Κύπρο, στη Ρόδο και προπάντων στην Κρήτη και τα Επτάνησα, που μετείχαν στον ευρωπαϊκό πολιτισμό.

[3]Ο Ψυχάρης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Πρέπει να σπουδάξουμε καλύτερα την αρχαία για να καταλάβουμε την ιστορική αξία της δημοτικής».

[4] Κάποιοι υπέρμαχοι της δημοτικής βρίσκουν στο κήρυγμά του αρκετές «υπερβολές» και «ακρότητες», όμως αν αναλογιστεί κανείς ότι εκείνη την εποχή κυριαρχούσαν οι ακραίες αρχαϊστικές απόψεις, καθώς και το κέρδος που καρπώθηκε στο μεταξύ η δημοτική μετριάζοντας αυτές ακριβώς τις «υπερβολές», δεν μπορεί να του αρνηθεί τον τίτλο του γενάρχη της δημοτικιστικής ιδέας.

[5]Πβ. Φραγκουδάκη, Α., Η γλώσσα και το έθνος. 1880-1980, Εκατό χρόνια αγώνες για την αυθεντική ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2001, σ. 34.

[6] Πβ. Frangoudaki, A., “Diglossia and the present language situation in Greece: A sociological approach to the interpretation of diglossia and some hypotheses on today’s linguistic reality”. Language in Society 21, 1992, σ. 369.





Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Εταιρεία Εν Κύκλωι

Έρις και Έρως, ο κόσμος όλος


ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ: Πρόγραμμα Μορφωτικών Εκδηλώσεων

ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Στ΄ Κύκλος Ομιλιών 05/04 – 10/05/2011

Αρχαία ανατολική Μεσόγειος: Σταυροδρόμι μύθου και λατρείας


Τρίτη 12 Απριλίου 2011


« Έρως – Έρις» στην αρχαία ανατολική Μεσόγειο

Αφροδίτη A.Α. Αβαγιανού, Ph.D. Παν/μίου Ζυρίχης, Fellow of Ohio State University, Διδάσκουσα στο ΕΑΠ, Σχ. Σύμβουλος Φιλολόγων

Η ηθοποιός Εύα Καμινάρη διαβάζει κείμενα αρχαίων συγγραφέων
Ώρα έναρξης 19.30


Είσοδος Ελεύθερη

Χορηγείται βεβαίωση παρακολούθησης σε κάθε ενδιαφερόμενο

Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ), Αμφιθέατρο «Λεωνίδας Ζέρβας»

Λεωφόρος Βασιλέως Κωνσταντίνου 48, Αθήνα (στάση μετρό Ευαγγελισμός)

Για πληροφορίες: 210 7273501 +516, e-mail: gramma@eie.gr & mkont@eie.gr και στον δικτυακό τόπο http://www.eie.gr/epistimiskoinonia/openscience-gr-general.html


Συνέδριο Κλασικής Φιλολογίας, Μάιος 2011

5ο Διεθνές Συνέδριο

Σύγχρονες Τάσεις στην Κλασική Φιλολογία

27 έως 29 Μαΐου, 2011

Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

Αμφιθέατρο «Μανόλης Ανδρόνικος»

Δι-ειδολογικές Επαφές: Συναντήσεις, Δια-δράσεις και

Μετασχηματισμοί στη Λατινική Λογοτεχνία

Ο Τομέας Κλασικών Σπουδών του Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου

Πανεπιστημίου σε συνεργασία με το Corpus Christi College for the Study of Greek and

Roman Antiquity του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, διοργανώνει από 27 έως 29

Μαΐου, 2011 στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης το 5ο Διεθνές Συνέδριο για τις

Σύγχρονες Τάσεις στην Κλασική Φιλολογία με θέμα: Δι-ειδολογικές Επαφές:

Συναντήσεις, Δια-δράσεις και Μετασχηματισμοί στη Λατινική Λογοτεχνία.

Παλαιότερες, αφενός, απόψεις ότι ειδολογικές κατηγοριοποιήσεις δεν συμβάλλουν

στην ανάγνωση ενός συγκεκριμένου λογοτεχνικού κειμένου και νεότερες, αφετέρου,

μεταμοντέρνες αντιλήψεις, οι οποίες επίσης με δυσκολία αποδέχονται ειδολογικές

διακρίσεις, φαίνεται να έχουν αποδυναμώσει σχετικούς φιλολογικούς προβληματισμούς

για το είδος στην κλασική λογοτεχνία. Ωστόσο, καθώς η συζήτηση έχει μετατοπισθεί

από μια λιγότερο ή περισσότερο κανονιστική σε μια πιο δυναμική σύλληψη του

ειδολογικού προτύπου, η σύγχρονη έρευνα για το είδος επικεντρώνει το ενδιαφέρον σε

προβληματισμούς του τύπου: ‘υπέρβαση ειδολογικών ορίων’, ‘ειδολογική αστάθεια’,

‘εμπλουτισμός’.

Σκοπός του συνεδρίου είναι να συζητήσει ζητήματα δι-ειδολογικής ‘κινητικότητας’.

Πιο συγκεκριμένα, η συζήτηση θα επικεντρωθεί σε προβληματισμούς που σχετίζονται

με τον τρόπο με τον οποίο κείμενα τα οποία ανήκουν σε μια συγκεκριμένη ειδολογική

κατηγορία μπορούν να λειτουργήσουν ως κείμενα-ξενιστές τόσο σε φορμαλιστικό

επίπεδο όσο και σε επίπεδο ευρύτερων συμφραστικοποιήσεων· θα αποτιμηθούν επίσης

κείμενα που φαίνεται ότι υπερβαίνουν παγιωμένες ειδολογικές δομές. Οι ειδολογικές

αυτές ‘μετατοπίσεις’ θα ερμηνευθούν υπό το πρίσμα λογοτεχνικών, ιστορικών,

ιδεολογικο-πολιτικών, και κειμενοκεντρικών προσεγγίσεων.

Κατάλογος Ομιλητών:

Rhiannon Ash (Merton College, Oxford)

Robert Cowan (Balliol College, Oxford)

Marco Fantuzzi (Columbia University)

Therese Fuhrer (Freie Universität, Berlin)

Stavros Frangoulidis (Aristotle University)

Kirk Freudenburg (Yale University)

Roy Gibson (University of Manchester)

Philip Hardie (University of Cambridge)

Stephen Harrison (Corpus Christi, Oxford)

Stephen Hinds (University of Washington, Seattle)

Richard Hunter (University of Cambridge)

Gregory Hutchinson (Exeter, Oxford)

Ahuvia Kahane (Royal Holloway, University of London)

Evangelos Karakasis (Aristotle University)

David Konstan (New York University)

Christina Kraus (Yale University)

Stratis Kyriakidis (Aristotle University)

Matthew Leigh (St Anne’s College, Oxford)

Frances Muecke (University of Sydney)

Carole E. Newlands (University of Colorado)

Theodore D. Papanghelis (Aristotle University)

Eleni Peraki-Kyriakidou (Aristotle University)

Alessandro Schiesaro (Università di Roma, La Sapienza)

Niall W. Slater (Emory University)

Richard Thomas (Harvard University)

Dimitra Tsitsikli (Aristotle University)

Chrysanthe Tsitsiou-Chelidoni (Aristotle University)

Katharina Volk (Columbia University)

Andrew Zissos (University of California, Irvine)

Οργανωτική Επιτροπή:

Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής, Καθηγητής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Stephen J. Harrison, Καθηγητής, Corpus Christi College, University of Oxford

Αντώνιος Ρεγκάκος, Καθηγητής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Σταύρος Φραγκουλίδης, Αν. Καθηγητής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Επικοινωνία: Σταύρος Φραγκουλίδης (frangoulidis@gmail.com)

Σχολικό βιβλίο αρχαίας ελληνικής γλώσσα Α΄ Γυμνασίου

Άρθρο Ακαμάτη για γλώσσα Μακεδονίας

Η γλώσσα των αρχαίων Μακεδόνων· νέα στοιχεία από την Πέλλα


Ιωάννης Μ. Ακαμάτης

Για μεγάλο χρονικό διάστημα η γλώσσα που μιλούσε ο λαός των Μακεδόνων υπήρξε αντικείμενο συζητήσεων και διαφορετικών προσεγγίσεων. Από μερικούς μάλιστα ερευνητές, τον αμερικανό καθηγητή BORZA και τους μαθητές του, θεωρήθηκε πως το σύνολο των ελληνικών επιγραφών που βρέθηκε στη μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας ανήκουν στους συγγενείς των βασιλέων, αφού οι τάφοι είναι βασιλικοί. Η γλώσσα τους λένε είναι φυσικό να είναι η ελληνική αφού οι ίδιοι μελετητές υποστηρίζουν πως η βασιλική οικογένεια και η ανώτατη τάξη μόνο είχαν εξελληνιστεί. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Είναι προφανές πως το επιχείρημα αυτό θα κατέπιπτε αν είχαμε ελληνικά κείμενα που ανήκουν στους κοινούς ανθρώπους και χρονολογούνται πριν από τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της κοινής ελληνικής, ας πούμε πριν από τα μέσα του 4ου αι. π.Χ.

Το πρώιμο νεκροταφείο της Αγοράς της Πέλλας μας έδωσε τα πιο σημαντικά ευρήματα. Από το τέλος του 5ου αι. π.Χ. προέρχεται η επιτύμβια στήλη του Ξάνθου. Ενός φτωχού σχετικά παιδιού. Για να γίνει η μικρή στήλη ξαναχρησιμοποιήθηκε ένα κομμάτι μάρμαρο. Η επιγραφή στη στήλη γράφει: ΞΑΝΘΟΣ/ΔΗΜΗΤΡΙΟ/Υ ΚΑΙ ΑΜΑ/ΔΙΚΑΣ ΥΙΟΣ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ το μητρωνυμικό Αμαδίκα. Το όνομα αυτό φαίνεται πως προέρχεται από τη ρίζα αμ- από όπου και το ομηρικό ρήμα αμά-ω (αρχ=θερίζω) και τη μακεδονική κατάληξη –δίκα, θυμηθείτε το όνομα Ευρυδίκα. Παρατηρείστε τον κανονικό σχηματισμό της μακεδονικής κατάληξης σε α αντί η. Τα πρόσφατα μάλιστα ευρήματα από τη Βεργίνα μας έδωσαν τρεις φορές το όνομα της μητέρας του Φιλίππου ως Ευρυδίκας και όχι Ευρυδίκης. Ετσι ενώ τα παραδείγματα πριν από μερικά χρόνια ήταν λιγοστά σήμερα καθημερινά αυξάνονται με τις ανακαλύψεις της αρχαιολογικής σκαπάνης. ας δείχνω μάλιστα εδώ δύο ευρήματα από το νεκροταφείο της Πέλλας, βγαλμένα από το χώμα πρόσφατα. Πρόκειται για χρυσά φύλλα με την ταυτότητα των νεκρών. Στο ένα φύλλο καταγράφεται το όνομα Ηγησίσκα, αντί του Ηγησίσκη, από το ρήμα ηγούμαι. Σας αναφέρω ακόμα πως η νεκρή ήταν ένα μικρό κορίτσι, έτσι είναι –ίσκη=Ηγησίσκη. Στο άλλο καταγράφεται το όνομα Φιλοξένα.

'Αλλο ένα εύρημα από το νεκροταφείο της περιοχής της Αγοράς ανήκει σε ένα ενεπίγραφο μολύβδινο έλασμα, ένα κατάδεσμο, όπως έλεγαν οι αρχαίοι. Είναι ένα σημαντικότατο απόκτημα της αρχαιολογικής έρευνας που πραγματοποιείται στη Μακεδονία τα τελευταία χρόνια. Το κείμενο αυτό, κατά την άποψή μου, μπορεί αποφασιστικά να βοηθήσει στην κατανόηση της Μακεδονικής διαλέκτου. Είναι ως αυτή τη στιγμή, το μοναδικό διαλεκτικό κείμενο της μακεδονικής. Η σημασία του αυξάνει ακόμα περισσότερο γιατί είναι σχετικά εκτεταμένο κείμενο. Αυτό το κείμενο που είναι έτοιμο προς δημοσίευση, μόλις εμφανιστεί, είμαι βέβαιος πως θα σχολιαστεί ευρύτατα από τους ειδικούς γλωσσολόγους. Η πινακίδα ήρθε στο φως μέσα σε ένα τάφο ενός ταπεινού ατόμου. Το κείμενο παρουσιάζει σχέσεις με την αττική στη σύνταξη. Ομως διαφέρει από την αττικο-ιωνική ομάδα στα εξής:

1. Το α και εδώ δεν γίνεται δευτερεύον η, βλ. πχ. Θετίμα, αντί Θετίμη, γάμαι αντί γήμαι, άλλα αντί άλλη, έρημα αντί έρημη, κακά αντί κακή.

2. Η συνίζηση του α και ο γίνεται α όχι ω, πχ. Ταν άλλαν πασάν αντί των άλλων πασών, χηράν αντί χηρών κ.λ.π.

3. Γενικά και άλλες ιδιαιετερότητες μας βοηθούν να κατατάξουμε την γλώσσα του κειμένου στην ομάδα των ΒΔ δωρικών ελληνικών βέβαια διαλέκτων. Αυτή λοιπόν είναι η Μακεδονική και αυτή εννοείται όταν ο Αλέξανδρος μιλά στους στρατιώτες του Μακεδονιστί.

Η Πέλλα, η πρωτεύουσα του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου και των διαδόχων τους αποκαλύπτει σταδιακά τα μυστικά της και καθημερινά επιβεβαιώνει την πεποίθηση του Ξενοφώντος που την αναφέρει ως την μεγίστην των εν Μακεδονία πόλεων. Η πόλη έγινε η πρωτεύουσα της μεγαλύτερης κοσμοκρατορίας που είχε γνωρίσει ο κόσμος ως τότε. Η πολιτική και στρατιωτική μεγαλοφυία των ανδρών της δημιούργησε τον ελληνιστικό κόσμο και έφερε τον ελληνισμό ως την Βακτρία και την Ινδική. Η ίδρυση τότε πάνω από 70 πόλεων μεταξύ των ακτών της Μεσογείου και της Ινδίας οδήγησε στην εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού στην οικουμένη. Μέσα στα απέραντα αυτά πλαίσια αναπτύχθηκε για πρώτη φορά μια παγκόσμια οικονομική συνεργασία, την κλίμακα της οποίας δεν είχε γνωρίσει η οικουμένη. Μπήκαν τα θεμέλια για την εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας (αττικής), που στη συνέχεια θα γίνει το μέσον επικοινωνίας των λαών. Πρέπει λοιπόν κανείς βάσιμα να υποστηρίξει πως χωρίς την πολιτική αυτή, που συλλαμβάνεται στην Πέλλα, δεν νοείται η ύπαρξη και η μακρόχρονη ανάπτυξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αλλά ούτε και κατ' επέκτασιν η διάδοση του δυτικού πολιτισμού. Οι αρχές της διαλλακτικής πολιτικής προς τους κατακτημένους λαούς είχαν τις ρίζες τους στην μακρόχρονη πολιτική του μακεδονικού βασιλείου απέναντι στους λαούς με τους οποίους συγκρούστηκαν. Οι νέες αρχές του κοσμοπολίτικου πνεύματος κατέλυσαν τις παλιότερες αντιλήψεις για διάκριση των λαών σε Ελληνες και βαρβάρους. Σε πολλές περιπτώσεις η μακεδονική μορφή διοίκησης, που ξεκινά από την Πέλλα, προπορεύτηκε κατά πολύ της εποχής της, έδειξε τέτοια πρωτοτυπία πνεύματος, που πραγματικά καθιερώθηκε σαν ένα επιβλητικό φαινόμενο της παγκόσμιας ιστορίας.

Το παράδειγμα της Πέλλας όχι μόνο μας έδωσε πληθώρα νέων στοιχείων για την γλώσσα της, τη θρησκεία των κατοίκων της, τα ήθη και τα έθιμά τους, αλλά αναδεικνύεται και πηγή του σύγχρονου πνεύματος. Οι κάτοικοι της Πέλλας αποδεικνύονται κάθε μέρα και περισσότερο ομόγλωσσοι των υπολοίπων Ελλήνων, παρά και εις πείσμα πρόσφατων αμφισβητήσεων. Είδαμε ακόμα πως είχαν και των θεών τα ιδρύματα κοινά, και ήθεά Τε ομότροπα. Τα στοιχεία αυτά καλλιεργήθηκαν από ηγήτορες και λαό κατά τον λαμπρότερο τρόπο και μετουσιώθηκαν σε ένα ελληνιστικό πολιτισμό, πάνω στον οποίο στηρίζεται το σύνολο των ανθρωπιστικών κοινωνιών της γης.

Σαν κατακλείδα ας θυμηθούμε ένα απόσπασμα του μεγάλου Αθηναίου ρήτορα ΙΣΟΚΡΑΤΗ που έζησε τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. «Ομολογείται μεν γαρ την Μακεδονίαν πόλιν αρχαιοτάτην είναι και ελληνικοτάτην και μεγίστην και πάσιν ανθρώποις ονομαστοτάτην». Σε μετάφραση ο Ισοκράτης γράφει: Είναι κοινά παραδεκτό λοιπόν ότι η Μακεδονία είναι χώρα αρχαιοτάτη και πέρα για πέρα ελληνική και η πιο ξακουστή ανάμεσα σ’ όλους τους ανθρώπους». Αγαπητοί φίλοι, αυτή είναι η κληρονομιά μας. Ανάλογο είναι όμως και το μέγεθος της ευθύνης όλων μας.

Ο Ιωάννης Μ. Ακαμάτης είναι επίκουρος καθηγητής ΑΠΘ



Τετάρτη 6 Απριλίου 2011

Do you want to learn Greek in Greece? Come and Join us!

Do you want to learn Greek in Greece? Do you want to begin learning the ancient greek language in combination with literature and history?  Do you want to combine learning with vacation? Come and Join us! Contact ehatzimavroudi@gmail.com till 25th April 2011.