Σε ξενόγλωσσα εγχειρίδια εκμάθησης αρχαίων ελληνικών η πρακτική της σύνθεσης κατασκευασμένων κειμένων ή της διασκευής αυθεντικών χωρίων δεν είναι σπάνια. Aντίθετα στην ελληνική εκπαίδευση η συγκεκριμένη προσέγγιση αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα. Ενδεικτικά παρατίθεται στο σημείο αυτό ένα τμήμα ενότητας από τις Περιπέτειες του Δηϊόκη, ένα εκτενές κείμενο κατασκευασμένο στην αττική διάλεκτο, που απευθύνεται σε μαθητές της Α’ Γυμνασίου και χρησιμοποιείται πειραματικά στο Αμερικανικό Κολλέγιο «Ανατόλια», στη Θεσσαλονίκη (αναγκαστικά η διάρθρωση της σελίδας αλλάζει και δεν φαίνονται οι εικόνες).
Στην υπόθεση πρωταγωνιστεί ο μικρός Δηϊόκης, ένα συνομήλικο με τους μαθητές της Α’ Γυμνασίου παιδί, που δοκιμάζεται από πολλές περιπέτειες και έρχεται σε επαφή με ποικίλα είδη μύθων (μύθους του Αισώπου, μύθους σχετικούς με θεούς και ήρωες), ενώ περιγράφονται αναλυτικά σκηνές από τη σχολική του ζωή. Επιδιώκεται με τον τρόπο αυτό να κεντριστεί το ενδιαφέρον των μαθητών, καθώς δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για γόνιμες συγκρίσεις με τη δική τους σχολική και ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα.Ο Δηϊόκης προέρχεται από μια οικογένεια Λακεδαιμονίων περιοίκων. Εξαιτίας μιας αντιπαράθεσης με κάποιον θρασύ γιο ὁμοίου Σπαρτιάτη αναγκάζεται να αποδράσει και να καταφύγει –μέσω του Γυθείου και ενός εμπορικού πλοίου στο οποίο αποτελεί λαθρεπιβάτη– στην Αθήνα. Εκεί υιοθετείται από έναν μέτοικο έμπορο, «νόμιμο» επιβάτη του πλοίου που μετέφερε τον Δηϊόκη στην Αθήνα. Έχει συνεπώς την ευκαιρία να παρακολουθήσει μαθήματα, να ζήσει τις προοπτικές και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι συνομήλικοί του Αθηναίοι, αλλά και να προβεί σε συγκρίσεις με την καθημερινή ζωή στη Σπάρτη.
Ως αφετηρία χρονική της αφήγησης επιλέγεται το καλοκαίρι του 432 π.Χ.˙ παρουσιάζεται έτσι το κλίμα που διαμορφώνεται κατά τις παραμονές του Πελοποννησιακού πολέμου, σε αντιπαράθεση με την ομόνοια που συνένωσε τις περισσότερες ελληνικές πόλεις κατά τους Περσικούς Πολέμους. Γενικότερα λαμβάνονται υπόψη –πέρα από τα ιστορικά γεγονότα– πτυχές της οικονομίας, της κοινωνικής και της πολιτικής οργάνωσης, των γραμμάτων και των τεχνών.
7η Ενότητα: Ο Δηϊόκης στο σχολείο
Παρακείμενος – Υπερσυντέλικος ενεργητικής φωνής
Μήνας Βοηδρομιών του ίδιου έτους: ο Δηϊόκης φοιτά στο σχολείο…
Πρῲ δὲ Δηϊόκης τε καὶ υἱὸς Κέρδωνος Φίλιππος μετὰ τοῦ παιδαγωγοῦ εἰς τὸν γραμματιστήν πορεύονται.
Δηϊόκης: Πῶς ἔχει σοι ἐν τῷ διδασκαλείῳ, ὦ Φίλιππε;
Φίλιππος: Χρὴ μέντοι ἐκεῖσε φοιτᾶν, ὦ Δηϊόκα. Μεμαθήκαμεν μὲν ἀναγιγνώσκειν τε καὶ γράφειν, νῦν δὲ ἤργμεθα ἀπομνημονεύειν χωρία ἐκ τῶν ὁμηρικῶν τε κἄλλων ποιητικῶν ἔργων. Χαλεπὸν δῆτα τὸ πρᾶγμά μοι πέφανται˙ ἐχθὲς φύρδην τὸ ἐκ τοῦ Αἰσχύλου χωρίον ἀπήγγελκα. Ἅπαντες ἐγέλων τε καὶ αἰσχύνη με κατειλήφει. Ῥᾷόν ἐστι τοὺς τῶν ἡρώων μύθους μελετᾶν˙ ἐν τούτοις δὲ οὐχ ἡμάρτηκα συχνόν. Τίνα ἥρωα ᾕρησαι σύ;
Δηϊόκης: ἐν Λακεδαίμονι τετιμήκαμεν ἡμεῖς Διοσκούρους, Μενέλαόν τε καὶ ἀοίδιμον Ἑλένην ὡς θεούς. Ἡρακλῆς αὖθις τετίμηται παρ’ ἡμῖν. Τῇ ῥώμῃ τούτῳ ὁμοιάζειν ἐθέλω. Οὐκ ἀκήκοας τοὺς αὐτοῦ ἄθλους; Μάλιστά γε τὴν τοῦ λέοντος θήραν τεθαύμακα. Ὧδε ἡ ἐμὴ μήτηρ τὸν λόγον μοι προσειρήκει:
«Ὁ Ἡρακλῆς εἰς Τίρυνθα ἦλθε, καὶ τὸ προσταττόμενον ὑπὸ Εὐρυσθέως ἐτέλει. Πρῶτον μὲν οὖν ἐπέταξεν αὐτῷ τοῦ Νεμέου λέοντος τὴν δορὰν κομίζειν˙ (…) εἰς δὲ τὴν Νεμέαν ἀφικόμενος καὶ τὸν λέοντα μαστεύσας ἐτόξευσε τὸ πρῶτον˙ ὡς δὲ ἔμαθεν ἄτρωτον ὄντα, ἀνατεινάμενος τὸ ῥόπαλον ἐδίωκε. Συμφυγόντος δὲ εἰς ἀμφίστομον σπήλαιον αὐτοῦ τὴν ἑτέραν ἐνῳκοδόμησεν εἴσοδον, διὰ δὲ τῆς ἑτέρας ἐπεισῆλθε τῷ θηρίῳ, καὶ περιθεὶς τὴν χεῖρα τῷ τραχήλῳ κατέσχεν ἄγχων ἕως ἔπνιξε» (βάσει του [Απολλόδ.] Βιβλ. 2. 1).
Φίλιππος: Οὗτος μεν ἀρηΐφιλος ὡς αὖθις Ἀχιλλεύς˙ ἔριδας γὰρ τεθήρακε καὶ μάχας. Τὴν δὲ εἰρήνην τὴν τῆς ὑγιοῦς πολιτείας ἀρωγὸν ἐχθαίρει. Οὐ γὰρ νενόηκας σὺ ὡς πολύδακρυς ὁ πόλεμος; Οὐ γὰρ νενόηκας σὺ τὸν κίνδυνον; Ἄκουσον οὖν τὸ τοῦ Ἡροδότου: Οὐδεὶς γὰρ οὕτω ἀνόητός ἐστι ὅστις πόλεμον πρὸ εἰρήνης αἱρεῖται· ἐν μὲν γὰρ τῇ εἰρήνῃ οἱ παῖδες τοὺς πατέρας θάπτουσι, ἐν δὲ τῷ πολέμῳ οἱ πατέρες τοὺς παῖδας. Ἐγὼ δὲ ᾕρημαι ταλαπείριόν τε καὶ πολυμήχανον Ὀδυσσέα, ὃς περιπεπλάνηταί τε καὶ ἔγνωκε πολλοὺς τε ἀνθρώπους καὶ πόλεις. Ὅτε δὲ ἐν ἀπόροις ἦν, προσεῖχε τὸν νοῦν τῷ πράγματι καὶ μήτει χρώμενος ἐμηχανᾶτο διέξοδον βελτίστην. Ἀκήκοας δὲ τὸν τῆς Κίρκης λόγον;
Φίλιππος τὸν τῆς Κίρκης λόγον ____________ (εἴρηκα, παρακ. του ρ. λέγω).
Κίρκη δὲ, ἣ θυγάτηρ Ἡλίου καὶ Πέρσης, Αἰήτου δὲ ἀδελφὴ ἦν, ἔμπειρός πάντων φαρμάκων ἐγεγόνει. Ὀδυσσεὺς δὲ μίαν ἔχων ναῦν Αἰαίῃ νήσῳ προσγεγένηται. Εὐρύλοχος δὲ τοῦτο τὸ ἔργον εἰληχὼς πεπόρευται μεθ’ ἑταίρων εἰκοσιδύο τὸν ἀριθμὸν πρὸς Κίρκην. Ἐφάψασα δὲ ῥάβδῳ τοὺς ἄλλους ἑταίρους πλὴν Εὐρυλόχου τοὺς μὲν πεποίηκε λύκους, τοὺς δὲ σῦς, τοὺς δὲ ὄνους, τοὺς δὲ λέοντας. Εὐρύλοχος δὲ ἑορακὼς ταῦτα Ὀδυσσεῖ ἀπήγγελκε. Ὁ δὲ εἰληφὼς παρὰ Ἑρμοῦ μῶλυ, πρὸς Κίρκην προσελήλυθε καὶ βεβληκὼς εἰς τὰ φάρμακα τὸ μῶλυ μόνος πιὼν οὐ πεφάρμακται. Ἠθελήκει δὲ Κίρκην ξίφει ἀποκτεῖναι. Ἡ δὲ τοὺς ἑταίρους ἀποκαθίστησι (βάσει του [Απολλοδ.] Βιβλ. [Επιτ.] 7. 14 κ.ε.).
Τοιαῦτα ἀλλήλοις διαλεγόμενοι οἱ παῖδες εἰς τὸ διδασκαλεῖον ἀφιγμένοι εἰσίν. Ὁ παιδαγωγὸς ἀσμένως ἐκείνους ἤχει˙ οὐ γὰρ ἐδεδεήκει αὐτοὺς τιμωρήσασθαι, ἐπεὶ ἠρέμα εἰς τὴν τοῦ γραμματιστοῦ οἰκίαν ἐβεβήκεσαν. Τὰ ἄλλα παιδία οὐκέτι ἐληλύθεσαν. Ὁ γραμματιστὴς προσδέδεκται τὸν Δηϊόκην καὶ ἠρώτηκεν περὶ τίνος ἐμεμαθήκει ὁ παῖς ἄχρι τοῦδε.
Ἐν τούτῳ δὲ ἀφῖκτο τά τε ἄλλα παιδία. Ὁ γραμματιστὴς ἦρκται αὐτοῖς χωρία ἐκ τῆς τοῦ Ὁμήρου Ἰλιάδος ἀπαγγέλλειν. Δηϊόκῃ δὲ χαλεπὸν τὸ πρᾶγμα πέφανται. Ἦρκται οὖν μετὰ τοῦ Φιλίππου ψιθυρίζειν. Ἐξώργισται δὲ ὁ γραμματιστὴς καὶ κεκέλευκε τούτους σιγᾶν.
Γραμματιστής: Τὸ τοίνυν τῆς γλώττης κρατεῖν σῶφρόν ἐστι. Σοφὸν γὰρ εὔκαιρος σιγὴ καὶ παντὸς λόγου κρεῖττον.
Διηγήσατο δὲ αὐτοῖς προσέτι λόγον περὶ τοῦ Φαέθοντος:
«Ζεὺς Ἡλίῳ διαλέγεται.
Ζεύς: Οἷα πεποίηκας, ὦ Τιτάνων κάκιστε; Ἀπολώλεκας τὰ ἐν τῇ γῇ ἅπαντα, μειρακίῳ ἀνοήτῳ πιστεύσας τὸ ἅρμα, ὃς τὰ μὲν κατέφλεξε πρόσγειος ἐνεχθείς, τὰ δὲ ὑπὸ κρύους διαφθαρῆναι ἐποίησεν, πολὺ αὐτῶν ἀποσπάσας τὸ πῦρ, καὶ ὅλως οὐδὲν ὅ τι οὐ ξυνετάραξε καὶ ξυνέχεεν, καὶ εἰ μὴ ἐγὼ (…) κατέβαλον αὐτὸν τῷ κεραυνῷ, οὐδὲ λείψανον ἀνθρώπων ἐπέμεινεν ἄν˙ τοιοῦτον ἡμῖν τὸν καλὸν ἡνίοχον καὶ διφρηλάτην ἐκπέπομφας.
Ἥλιος: Ἥμαρτον, ὦ Ζεῦ, ἀλλὰ μὴ χαλέπαινε, εἰ ἐπείσθην υἱῷ πολλὰ ἱκετεύοντι˙ πόθεν γὰρ ἂν καὶ ἤλπισα τηλικοῦτο γενήσεσθαι κακόν;» (βάσει του Λουκιαν. Θεών Διάλ. 24 [25])
Καταγεγράφασι δὲ τὸν λόγον ἐπὶ τῇ δέλτῳ οἱ φοιτῶντες, ἵνα μάθωσιν αὐτὸν ῥᾷον ἐν τῇ οἰκίᾳ. Μετ’ ὀλίγον δὲ ἀνακεχωρήκασιν ἅπαντες οἴκαδε.
φοιτάω, -ῶ: συχνάζω
ἄρχομαι: αρχίζω κάποιο δικό μου έργο
χωρίον, τὸ: απόσπασμα
χαλεπός, -ή, όν: δύσκολος
πέφανται: γ’ εν. παρακ. του ρ. φαίνομαι
φύρδην: μπερδεμένα, συγκεχυμένα
κατειλήφει: γ’ εν. υπερσ. του ρ. καταλαμβάνω
ῥᾴων - ῥᾷον: ευκολότερος (από το επίθ. ῥᾴδιος)
ἁμαρτάνω: σφάλλω
αἱρέομαι, -οῦμαι: προτιμώ
ἀοίδιμος, -ον: αείμνηστος
ῥώμη, ἡ: δύναμη σωματική
προσειρήκει: γ’ εν. υπερσ. του ρ. προσλέγω
τελέω, -ῶ: εκτελώ
ἐπιτάττω: διατάζω
δορά, ἡ: λεοντή
κομίζω: φέρνω
ἀφικνέομαι, -οῦμαι: φτάνω (ἀφικόμην: β’ αόρ.)
μαστεύω: αναζητώ
ἀνατείνομαι: (εδώ) σηκώνω
ἀμφίστομος, -ον: που έχει δύο στόμια, δύο εισόδους
ἐνοικοδομέω, -ῶ: χτίζω
ἐπεισῆλθε < ἐπεισέρχομαι: επιτίθεμαι
ἄρχομαι: αρχίζω κάποιο δικό μου έργο
χωρίον, τὸ: απόσπασμα
χαλεπός, -ή, όν: δύσκολος
πέφανται: γ’ εν. παρακ. του ρ. φαίνομαι
φύρδην: μπερδεμένα, συγκεχυμένα
κατειλήφει: γ’ εν. υπερσ. του ρ. καταλαμβάνω
ῥᾴων - ῥᾷον: ευκολότερος (από το επίθ. ῥᾴδιος)
ἁμαρτάνω: σφάλλω
αἱρέομαι, -οῦμαι: προτιμώ
ἀοίδιμος, -ον: αείμνηστος
ῥώμη, ἡ: δύναμη σωματική
προσειρήκει: γ’ εν. υπερσ. του ρ. προσλέγω
τελέω, -ῶ: εκτελώ
ἐπιτάττω: διατάζω
δορά, ἡ: λεοντή
κομίζω: φέρνω
ἀφικνέομαι, -οῦμαι: φτάνω (ἀφικόμην: β’ αόρ.)
μαστεύω: αναζητώ
ἀνατείνομαι: (εδώ) σηκώνω
ἀμφίστομος, -ον: που έχει δύο στόμια, δύο εισόδους
ἐνοικοδομέω, -ῶ: χτίζω
ἐπεισῆλθε < ἐπεισέρχομαι: επιτίθεμαι
περιθείς < περιτίθημι: θέτω γύρω από
τράχηλος, ὁ: λαιμός
κατέσχεν: β’ αόρ. του «κατέχω» (βλ. κατάσχεση, κατοχή, κάτοχος)
ἄγχω: σφίγγω (βλ. αγχόνη)
ἀρηΐφιλος, -ον: αγαπητός στον Άρη
ἔρις, -ιδος ἡ: διένεξη
θηράω, -ῶ: κυνηγώ (θήρα, ἡ: κυνήγι)
ἀρωγός, ὁ/ἡ: βοηθός
ἐχθαίρω: βλ. εχθρός
νοέω, -ῶ: καταλαβαίνω (βλ. εννοώ)
ούδεὶς … παῖδας: βάσει του Ηροδότ. Ιστορ. 1. 87
ταλαπείριος, -ον: πολύπαθος
περιπλανάομαι, -ῶμαι: περιπλανιέμαι (βλ. πλάνη)
μῆτις, ἡ: ευφυΐα, μυαλό
χρήομαι, -ῶμαι: χρησιμοποιώ
βέλτιστος, -η, -ον: (υπερθ. του ἀγαθός) πολύ καλός
μηχανάομαι, -ῶμαι: μηχανεύομαι
λαγχάνω: τυχαίνω με κλήρο
ἐφάπτω: ακουμπώ, αγγίζω
σύς, ὁ/ἡ: γουρούνι
ἑορακώς: μτχ. παρακ. του ρ. ὁράω, -ῶ: βλέπω
εἰληφώς: μτχ. παρακ. του ρ. λαμβάνω
μῶλυ, τό: βότανο που εξασφάλισε ο Οδ. από τον Ερμή και που τον κατέστησε άτρωτο στα μάγια της Κίρκης
βάλλω: ρίχνω (βεβληκώς: μτχ. παρακ.)
πεφάρμακται: παρακ. του ρ. φαρμάττομαι (= δηλητηριάζομαι)
ἀποκαθίστησι: γ’ εν. του ρ. ἀποκαθίστημι (= αποκαθιστώ)
ἀσμένως: ευχάριστα
ἤχει: υπερσ. του ρ. ἄγω
ἠρέμα: χωρίς φασαρία
ἐβεβήκεσαν: βλ. ρ. βαίνω
ἐληλύθεσαν: βλ. ρ. ἔρχομαι – παρακ. ἐλήλυθα
προσδέδεκται: βλ. ρ. προσδέχομαι
ἄχρι: μέχρι
τοίνυν: λοιπόν
κρατέω, -ῶ: ελέγχω
κρείττων – κρεῖττον: (συγκριτ. του ἀγαθός) καλύτερος
προσέτι: επιπλέον
ἀπολώλεκας < ἀπόλλυμι: καταστρέφω
μειράκιον, τό: νεαρός
πιστεύω + δοτ.: δείχνω εμπιστοσύνη σε κπ
ἐνεχθείς: μτχ. παθ. αορ. του ρ. φέρομαι
κατέβαλον: β’ αόρ. του ρ. καταβάλλω (< βάλλω: ρίχνω)
διφρηλάτης, ὁ: οδηγός άρματος
ἥμαρτον: β’ αόρ. του ρ. ἁμαρτάνω: σφάλλω
ἐλπίζω: περιμένω
νομίζω: πιστεύω
τηλικοῦτος – τηλικαύτη – τηλικοῦτο(ν): τόσο μεγάλος
δέλτος, ἡ: πίνακας όπου έγραφαν οι μαθητές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου