Γλωσσικά σχόλια
οἴομαι / οἶμαι: νομίζω
πολύς – πλείων / πλέων – πλεῖστος
ἰδιώτης, ὁ: απλός πολίτης
κτῆμα, τό: απόκτημα
διά + αιτ. > αιτία
εὐφραίνομαι: χαίρομαι
οὕτως ἔχει: είναι έτσι η κατάσταση
ὥσπερ: όπως ακριβώς
ἀγαθός – κρείττων – κράτιστος: γενναίος – ισχυρός – ικανός
εὐφραίνω: ευχαριστώ
μικρός - ἥττων – (επίρρ.) ἥκιστα ή
μικρός - ἐλάττων - ἐλάχιστος
ἀνιάομαι, -ῶμαι: δυσφορώ
λυπέομαι, -οῦμαι
ταχύς – θάττων – τάχιστος
ὅς - ἥ - ὅ: (αναφ. αντ.) ο οποίος, η οποία, το οποίο
οἰκία, ἡ: σπίτι
οἰκέτης, ὁ: δούλος
λιμήν, -μένος, ὁ
μέντοι: όμως
πένης, πένητος: φτωχός
ὄψει: β’ εν. μέλλ. του ρ. ὁράω, -ῶ (= βλέπω)
τὰ πολλὰ κρίνεται > αττική σύνταξη
χρῆσις, -εως, ἡ
ὑπερβάλλω: ξεπερνώ
ἱκανός, -ή, -όν: αρκετός, ικανοποιητικός
ἐλλείπω: υστερώ
ἀναγκαῖος, (-α), ον
δαπάνημα, τό: δαπάνη, έξοδο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου