Ενότητα
10Α «Ο Σωκράτης για τη φιλία»
Απόδοση
στα ΝΕ
Αυτό
ακούω βέβαια από πολλούς, ότι κατά τη γνώμη τους ένας φίλος γνήσιος και καλός
είναι το πιο σημαντικό από όλα τα αποκτήματα˙ όμως οι περισσότεροι φροντίζουν
περισσότερο για οτιδήποτε άλλο παρά για την απόκτηση φίλων. Γιατί κιόλας
αποκτούν με φροντίδα σπίτια και αγρούς και δούλους και κοπάδια και σκεύη, αλλά
δεν φροντίζουν να αποκτήσουν κάποιον φίλο, κάτι που ισχυρίζονται ότι είναι το
σημαντικότερο αγαθό. Αν και ποιο άλογο ή ποιο ζευγάρι ζώων είναι τόσο χρήσιμο
όπως ακριβώς ο ενάρετος φίλος; Και ποιος δούλος είναι τόσο ευμενής και
σταθερός; Ή ποιο απόκτημα είναι τόσο χρήσιμο σε όλα; Γιατί ο καλός φίλος
αφιερώνεται στην κάλυψη τψν αναγκών του φίλου του και, αν χρειάζεται να κάνει καλό (ενν. εκείνος) σε κάποιον, τον
ενισχύει βοηθώντας τον, και, αν (ενν. εκείνον) τον ταράζει κάποιος φόβος, τον
βοηθά μαζί με άλλους, και, όταν (ενν. εκείνος) ευτυχεί, του προσφέρει πολύ
μεγάλη ευχαρίστηση, ενώ, όταν (ενν. εκείνος) δυστυχεί, καταβάλλει πάρα πολλές
προσπάθειες να τον στήσει πάλι στα πόδια του. Αλλά όμως μερικοί προσπαθούν από
τη μια να καλλιεργήσουν δέντρα για τη συγκομιδή, ενώ το πιο εύφορο απόκτημα,
που ονομάζεται φίλος, οι περισσότεροι το φροντίζουν με αργό ρυθμό και με την
άνεσή τους.
Λεξιλόγιο [να περαστεί στο Ευρετήριο]
ὡς:
ότι (δηλ. όμως υποκειμενική γνώμη)
κράτιστος:
υπερθ. βαθμός του ἀγαθός, –ή, -όν =
α. γενναίος β. καλός
κτῆμα,
τό: απόκτημα (κτάομαι, -ῶμαι = αποκτώ)
ἐπιμέλομαι
(+ γεν.) = φροντίζω
μᾶλλον:
συγκρ. βαθμός του μάλα (= πολύ) – μᾶλλον – μάλιστα
μᾶλλον
ἤ: περισσότερο από ...
κτῆσις,
ἡ: απόκτηση
καὶ
γάρ: γιατί κιόλας
ἀνδράποδον,
το: δούλος
ὅς
- ἥ - ὅ: (αναφ. αντ.) ο οποίος – η οποία – το οποίο
σκεῦος,
τό: αγγείο – σκεύος
μέγιστος:
υπερθ. βαθμός του επιθ. μέγας – μείζων – μέγιστος
φημί:
ισχυρίζομαι
καίτοι:
αν και
ζεῦγος,
τό: (εδώ) ζευγάρι ζώων
οὕτω(ς)
+ επίθετο: τόσο
ὥσπερ:
όπως ακριβώς
τάττω:
ορίζω
εὖ
ποιῶ: ωφελώ
εὖ
πράττω: ευτυχώ
εὐφραίνω:
ευχαριστώ
ἔνιοι, -αι, -α: μερικοί
πειράομαι,
-ῶμαι: προσπαθώ
θεραπεύω:
καλλιεργώ
καλέομαι,
-οῦμαι: ονομάζομαι
ἀνειμένως: με άνεση – χωρίς
βιασύνη και σπουδή
***
ΠΡΟΣΟΧΗ:
Αν
θέλετε να ψάξετε κάτι σε Αρχαίο Ελληνικό Λεξικό, μπορείτε να βρείτε στο
Διαδίκτυο το Λεξικό Liddell
& Scott
(Greek-English)