Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2008
Το θέατρο στην Αρχαία Μακεδονία
Βλ. Στ. Δρούγου: "Το θέατρο στην αρχαία Μακεδονία", στο περ. Φιλόλογος 134 (2008) 586-592.
Μια σκέψη αναδρομική - τα παιδιά είναι για να ζουν
Από το ποίημα του Τ. Νικηφόρου: "Όταν πεθαίνει ένα παιδί"
(Από το ανθολόγιο Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β' Γυμνασίου, σσ. 230-231)
"Όταν πεθαίνει ένα παιδί
πέφτει βαθύτατο σκοτάδι το ξημέρωμα
βρέχει μεγάλα δάκρυα λαμπερά
πέτρινα γίνονται τα φύλλα και τα δέντρα
όταν πεθαίνει ένα παιδί
ταράζεται ο ύπνος των αρχαίων νεκρών
κι από τη γη αναδύονται τα πρόσωπά τους
ενώ σαν χάλκινο πουλί
ο άνεμος τοξεύεται στο χώμα
όταν πεθαίνει ένα παιδί
οι λέξεις κι οι φωνές συντρίβονται
τριγύρω ο κόσμος καταρρέει."
Βλ. επίσης την άποψη της Ε. Αρβανιτάκη στην εφ. Το Βήμα:
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=47&artId=249151.
Μη χάσετε τη συμβολή παλαιότερων και σύγχρονων ποιητών στο ηλεκτρονικό περιοδικό "e-poema" με τίτλο "Με μόνο όπλο τους στίχους" στο site http://www.e-poema.eu/poem.php?id=154.
(Από το ανθολόγιο Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β' Γυμνασίου, σσ. 230-231)
"Όταν πεθαίνει ένα παιδί
πέφτει βαθύτατο σκοτάδι το ξημέρωμα
βρέχει μεγάλα δάκρυα λαμπερά
πέτρινα γίνονται τα φύλλα και τα δέντρα
όταν πεθαίνει ένα παιδί
ταράζεται ο ύπνος των αρχαίων νεκρών
κι από τη γη αναδύονται τα πρόσωπά τους
ενώ σαν χάλκινο πουλί
ο άνεμος τοξεύεται στο χώμα
όταν πεθαίνει ένα παιδί
οι λέξεις κι οι φωνές συντρίβονται
τριγύρω ο κόσμος καταρρέει."
Βλ. επίσης την άποψη της Ε. Αρβανιτάκη στην εφ. Το Βήμα:
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=47&artId=249151.
Μη χάσετε τη συμβολή παλαιότερων και σύγχρονων ποιητών στο ηλεκτρονικό περιοδικό "e-poema" με τίτλο "Με μόνο όπλο τους στίχους" στο site http://www.e-poema.eu/poem.php?id=154.
Το γραφιστικό μυθιστόρημα
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=47&artid=187035.
Βλ. επίσης http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_16/11/2008_292020.
To γραφιστικό μυθιστόρημα
Tης Eλισαβετ Kοτζια / ekotzia@yahoo.gr
Στο «Logicomix» του Απόστολου Δοξιάδη ήρωες είναι οι διασημότεροι μαθηματικοί και φιλόσοφοι της ιστορίας, οι περισσότεροι από τους οποίους κατέληξαν σε ψυχιατρεία, αυτοκτόνησαν ή πέθαναν υπό μυστηριώδεις συνθήκες
Οταν τα μαθηματικά γίνονται κόμικ
GRAPHIC NOVEL ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΦΕΡΜΟΥ Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2008
Στα 15 του εισήχθη στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, στο δεύτερο έτος των Μαθηματικών. Μετά το Μεταπτυχιακό στην Ecole des Hautes Etudes στο Παρίσι (αποφοίτησε σε ηλικία 20 ετών) γύρισε στην Ελλάδα και αφοσιώθηκε στο γράψιμο. Με το διάσημο βιβλίο του Ο θείος Πέτρος και η θεωρία του Γκόλντμπαχ ο Απόστολος Δοξιάδης κατοχύρωσε νέο λογοτεχνικό είδος: το μαθηματικό μυθιστόρημα. Σκηνοθέτησε δύο αξιόλογες ταινίες. Μετέφρασε Σαίξπηρ και Ο' Νιλ, έγραψε και σκηνοθέτησε θεατρικά έργα.
Μία από τις σημερινές ασχολίες του είναι η διερεύνηση της σχέσης μαθηματικών και αφήγησης ως μορφών νοητικής λειτουργίας - μια διερεύνηση «στα όρια της γνώσης». Αυτή πραγματοποιείται από την ομάδα «Θαλής και Φίλοι» (www.thalesandfriends.org) που διοργανώνει διεθνή συνέδρια με συμμετέχοντες γνωστούς μαθηματικούς, φιλοσόφους, αφηγηματολόγους και ιστορικούς της επιστήμης. Ο Δοξιάδης σε συνεργασία με τον Μπάρι Μαζούρ (καθηγητής στο Harvard, μείζων μαθηματικός) θα επιμεληθούν τον τόμο (Cambridge University Press) με τα πορίσματα των συνεδρίων. Είναι αναντίρρητα ένα ανεξερεύνητο πεδίο και ο Δοξιάδης πάλι καινοτομεί.
Το ευρύ κοινό ωστόσο θα γοητευθεί περισσότερο από το νέο έργο του, ένα «γραφιστικό μυθιστόρημα» («graphic novels» αποκαλούνται τα μυθιστορήματα σε μορφή κόμικ) με τίτλο «Logicomix», το οποίο σύντομα θα εκδοθεί από τον οίκο Bloomsbury. Προ καιρού η εφημερίδα «International Herald Tri-bune» σημείωσε: «Ο Βlοomsbury, τώρα χωρίς τον "Χάρι Πότερ" ως ναυαρχίδα, εκδίδει το "Logicomix", ένα βιβλίο που ο "Independent" θεώρησε συνέχεια του "Κόσμου της Σοφίας"».
Το βιβλίο αφηγείται μια ιστορία ανθρώπινη, γοητευτική και τραγική: την ανάπτυξη της σύγχρονης μαθηματικής λογικής αλλά και της αναλυτικής φιλοσοφίας. Είναι ουσιαστικά η ιστορία των ανθρώπων της. Κύρια ονόματα σε αυτή την πορεία είναι οι Γκέτλομπ Φρέγκε, Μπέρτραντ Ράσελ, Αλφρεντ Γουάιτχεντ, Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν, Ντάβιντ Χίλμπερτ, Κουρτ Γκέντελ και Αλαν Τιούρινγκ. Επειδή είναι μυθιστόρημα, ο Ράσελ γίνεται κεντρικός αφηγητής.
Παρά το θέμα του, το βιβλίο απευθύνεται στον μέσο αναγνώστη, ενώ οι εικόνες μεταφέρουν την αίσθηση και την ατμόσφαιρα της εποχής. Τα κόμικς δημιουργούν ο Αλέκος Παπαδάτος και η Αννί Ντι Ντονά. Γράφεται σε συνεργασία με τον Χρίστο Παπαδημητρίου από το Berkeley, έναν από τους κορυφαίους θεωρητικούς των ηλεκτρονικών υπολογιστών. «Το βασικό παράδοξο που διηγείται το "Logicomix" είναι ότι μια καθαρά φιλοσοφική αναζήτηση γύρω από τη φύση της αλήθειας που καταλήγει σε προσωπικές τραγωδίες έχει ως επίλογο την πιο πρακτική εφεύρεση του 20ού αιώνα, τον ηλεκτρονικό υπολογιστή» εξηγεί ο Απόστολος Δοξιάδης.
Στο επίκεντρο βρίσκεται ο βιεννέζος μαθηματικός Κουρτ Γκέντελ, ο «νέος Αριστοτέλης», όπως ονομάζεται. Ηταν ο άνθρωπος που ψάχνοντας να αποδείξει την πληρότητα εφηύρε το θεώρημα της μη πληρότητας, που κατοχύρωσε τα όρια της λογικής: ακόμη και στο πιο λογικό σύστημα, στα μαθηματικά (την κορωνίδα των επιστημών), θα υπάρχουν πάντα κομμάτια που θα ξεφεύγουν από τα εργαλεία της λογικής. Η λογική δεν είναι ποτέ πλήρης. Το θεώρημα της μη πληρότητας - που επηρέασε τα μαθηματικά λιγότερο απ' όσο την ιστορία της επιστήμης - ήταν τόσο ριζοσπαστικό όσο οι θεωρίες του Δαρβίνου, του Μαρξ, του Φρόιντ, του Αϊνστάιν... Στο υπόβαθρό του ανιχνεύεται ένα επίμαχο ερώτημα: Γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με τη Μαθηματική Λογική κατέληξαν σε ψυχιατρεία, αυτοκτόνησαν ή πέθαναν σε ασύλληπτα μυστήριες συνθήκες; Τις απαντήσεις στα ερωτήματα δίνει ο συγγραφέας στη συνέντευξη που ακολουθεί. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΔΟΞΙΑΔΗΣ «Οταν γράφω ξεχνάω τις θεωρίες»
Ο Απόστολος Δοξιάδης εξηγεί πώς γίνονται τέχνη τα μαθηματικά, πώς ένα κόμικ μπορεί να μοιάζει με τραγωδία.
- Θα αποδεχόσασταν τον χαρακτηρισμό homo universalis;
«Φοβάμαι πως ό,τι κερδίζει κανείς σε πλάτος το χάνει σε βάθος. Με έχει ταλαιπωρήσει χρόνια αυτός ο διχασμός - μαθηματικά, κινηματογράφος, λογοτεχνία. Τελικά όμως νομίζω ότι συμβαίνει διότι μονίμως ψάχνω κάτι κοινό σε όλα. Αρχίζω να νιώθω ότι υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής, ότι όλα είναι διερευνήσεις ενός τρόπου να αντιμετωπίζει κανείς την πραγματικότητα. Με ενδιαφέρει η επικάλυψη όλων αυτών των πραγμάτων παρά η διαφοροποίησή τους, εξ ου και η διερεύνηση της σχέσης μαθηματικών και αφήγησης».
- Η τέχνη όμως δεν προσεγγίζεται μόνο εγκεφαλικά. Εννοείται πρώτα σε συναισθηματικό επίπεδο.
«Το συναίσθημα είναι το υπέδαφος επάνω στο οποίο λειτουργώ. Οταν γράφω ξεχνάω τις θεωρίες. Τις θυμάμαι ξανά όταν προσπαθώ να βάλω σε τάξη τα πράγματα που έχω γράψει, όταν μια πιο συστηματική μεθοδολογία μετράει. Αλίμονο όμως σε εκείνον που πάει να γράψει με κανόνες. Δεν μπορεί να γίνει ούτε στη μουσική. Η φούγκα, που είναι ίσως η πιο μαθηματικά περιγράψιμη μορφή μουσικής, έχει το παράδοξο ότι ο Μπαχ που κατάλαβε καλύτερα από όλους θεωρητικά την αυστηρή φόρμα της φούγκας είναι και ο μόνος που έγραψε πραγματικά μεγάλες φούγκες. Οι άλλοι κατάφεραν να μιμηθούν τέλεια τα μαθηματικά της αλλά καθόλου την έμπνευσή της. Ακριβώς το ίδιο ισχύει στα μαθηματικά. Το να καταλάβει κανείς λογικά τα μαθηματικά δεν σημαίνει ότι γίνεται μεγάλος μαθηματικός. Οι μεγάλες ανακαλύψεις και ανατροπές γίνονται με τα άλματα της έμπνευσης και της φαντασίας».
- Αυτό όμως δεν αντιφάσκει με τη βασική ιδέα του «Logicomix», ότι υπάρχει σχέση μεταξύ ψυχασθένειας και Μαθηματικής λογικής, σαν να γίνεται ένα πάντρεμα λογικού και παραλόγου;
«Λέω ότι στην ιστορία των μαθηματικών δεν υπάρχει ψύχωση, εκτός από αυτόν τον συγκεκριμένο τομέα. Η μαθηματική λογική είναι ένας μικρός κλάδος των μαθηματικών. Στα πρώτα 50 χρόνια η κύρια ιστορία του κλάδου αυτού γράφτηκε από δέκα ανθρώπους. Οι πέντε από αυτούς νοσηλεύτηκαν σε ψυχιατρικά ιδρύματα και οι άλλοι δύο είχαν έντονο ψυχιατρικό ιστορικό. Και σε κάνει να αναρωτηθείς: Γιατί δεν υπάρχει τρέλα στα μαθηματικά και υπάρχει ειδικά εκεί; Η σκέψη που αναπτύσσω είναι ότι ορισμένες προσωπικότητες με έντονα σημάδια ψυχοπαθολογίας προσελκύστηκαν από τον συγκεκριμένο τομέα γιατί εκείνη την εποχή προσέφερε κάποια στοιχεία βεβαιότητας που λειτούργησαν ψυχοθεραπευτικά επάνω τους. Ετσι ο λόγος που φτιάχτηκε η Μαθηματική Λογική ήταν από τις νευρώσεις των δημιουργών της. Αρα, αν θέλετε, με κάποια έμμεση έννοια - σχεδόν δαρβινική - το υποκειμενικό στοιχείο μπαίνει και στα μαθηματικά. Δαρβινική, διότι διαλέγονται από τη νεύρωσή τους».
- Με τον Κουρτ Γκέντελ έχετε σταθερή σχέση: γράψατε ένα θεατρικό («Δέκατη έβδομη νύχτα») με αυτόν ως κεντρικό πρωταγωνιστή αλλά κάνει και ένα πέρασμα από τον «Θείο Πέτρο». Τώρα είναι βασικός χαρακτήρας στο «Logicomix».
«Αυτό είναι ένα παράξενο κλείσιμο του λογαριασμού μου μαζί του. Είναι το τέλος μιας τριλογίας. Πέθανε το 1978 στα 72 του χρόνια από ασιτία. Είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο για ασήμαντο πρόβλημα και πέθανε 17 ημέρες αργότερα διότι αρνιόταν να φάει πιστεύοντας ότι οι γιατροί ήθελαν να τον δηλητηριάσουν. Δηλαδή, δεν τρως επειδή φοβάσαι μη σε δηλητηριάσουν και άρα πεθαίνεις από ασιτία. Αυτό δεν είναι απλώς παράλογο, ειδικά όταν μιλάμε για τον "νέο Αριστοτέλη"».
- Το θεώρημα της μη πληρότητας μας οδηγεί στη μεταφυσική;
«Τείνω να πω ναι με την έννοια ότι ερωτήματα αβεβαιότητας και αμφιβολίας συναντάμε παντού στη ζωή μας. Η ζωή μας είναι γεμάτη από πράγματα που δεν θα γνωρίσουμε ποτέ ούτε θα αποδείξουμε. Ισως είναι πολύ πιο δύσκολο να καταλάβουμε ότι δεν θα τα γνωρίσουμε και δεν θα τα αποδείξουμε ποτέ. Το θεώρημα μπορεί να οδηγήσει κάποιον στον Θεό ή σε υπαρξιακή κρίση... Με αυτή την έννοια αποκαλώ το "Logicomix" τραγωδία: για κάποιους ανθρώπους η περιπέτεια της αναζήτησης της πληρότητας ήταν και η περιπέτεια της αναζήτησης του νοήματος της ζωής που τελικά τελείωσε τραγικά».
Οταν τα μαθηματικά γίνονται κόμικ
GRAPHIC NOVEL ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΦΕΡΜΟΥ Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2008
Στα 15 του εισήχθη στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, στο δεύτερο έτος των Μαθηματικών. Μετά το Μεταπτυχιακό στην Ecole des Hautes Etudes στο Παρίσι (αποφοίτησε σε ηλικία 20 ετών) γύρισε στην Ελλάδα και αφοσιώθηκε στο γράψιμο. Με το διάσημο βιβλίο του Ο θείος Πέτρος και η θεωρία του Γκόλντμπαχ ο Απόστολος Δοξιάδης κατοχύρωσε νέο λογοτεχνικό είδος: το μαθηματικό μυθιστόρημα. Σκηνοθέτησε δύο αξιόλογες ταινίες. Μετέφρασε Σαίξπηρ και Ο' Νιλ, έγραψε και σκηνοθέτησε θεατρικά έργα.
Μία από τις σημερινές ασχολίες του είναι η διερεύνηση της σχέσης μαθηματικών και αφήγησης ως μορφών νοητικής λειτουργίας - μια διερεύνηση «στα όρια της γνώσης». Αυτή πραγματοποιείται από την ομάδα «Θαλής και Φίλοι» (www.thalesandfriends.org) που διοργανώνει διεθνή συνέδρια με συμμετέχοντες γνωστούς μαθηματικούς, φιλοσόφους, αφηγηματολόγους και ιστορικούς της επιστήμης. Ο Δοξιάδης σε συνεργασία με τον Μπάρι Μαζούρ (καθηγητής στο Harvard, μείζων μαθηματικός) θα επιμεληθούν τον τόμο (Cambridge University Press) με τα πορίσματα των συνεδρίων. Είναι αναντίρρητα ένα ανεξερεύνητο πεδίο και ο Δοξιάδης πάλι καινοτομεί.
Το ευρύ κοινό ωστόσο θα γοητευθεί περισσότερο από το νέο έργο του, ένα «γραφιστικό μυθιστόρημα» («graphic novels» αποκαλούνται τα μυθιστορήματα σε μορφή κόμικ) με τίτλο «Logicomix», το οποίο σύντομα θα εκδοθεί από τον οίκο Bloomsbury. Προ καιρού η εφημερίδα «International Herald Tri-bune» σημείωσε: «Ο Βlοomsbury, τώρα χωρίς τον "Χάρι Πότερ" ως ναυαρχίδα, εκδίδει το "Logicomix", ένα βιβλίο που ο "Independent" θεώρησε συνέχεια του "Κόσμου της Σοφίας"».
Το βιβλίο αφηγείται μια ιστορία ανθρώπινη, γοητευτική και τραγική: την ανάπτυξη της σύγχρονης μαθηματικής λογικής αλλά και της αναλυτικής φιλοσοφίας. Είναι ουσιαστικά η ιστορία των ανθρώπων της. Κύρια ονόματα σε αυτή την πορεία είναι οι Γκέτλομπ Φρέγκε, Μπέρτραντ Ράσελ, Αλφρεντ Γουάιτχεντ, Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν, Ντάβιντ Χίλμπερτ, Κουρτ Γκέντελ και Αλαν Τιούρινγκ. Επειδή είναι μυθιστόρημα, ο Ράσελ γίνεται κεντρικός αφηγητής.
Παρά το θέμα του, το βιβλίο απευθύνεται στον μέσο αναγνώστη, ενώ οι εικόνες μεταφέρουν την αίσθηση και την ατμόσφαιρα της εποχής. Τα κόμικς δημιουργούν ο Αλέκος Παπαδάτος και η Αννί Ντι Ντονά. Γράφεται σε συνεργασία με τον Χρίστο Παπαδημητρίου από το Berkeley, έναν από τους κορυφαίους θεωρητικούς των ηλεκτρονικών υπολογιστών. «Το βασικό παράδοξο που διηγείται το "Logicomix" είναι ότι μια καθαρά φιλοσοφική αναζήτηση γύρω από τη φύση της αλήθειας που καταλήγει σε προσωπικές τραγωδίες έχει ως επίλογο την πιο πρακτική εφεύρεση του 20ού αιώνα, τον ηλεκτρονικό υπολογιστή» εξηγεί ο Απόστολος Δοξιάδης.
Στο επίκεντρο βρίσκεται ο βιεννέζος μαθηματικός Κουρτ Γκέντελ, ο «νέος Αριστοτέλης», όπως ονομάζεται. Ηταν ο άνθρωπος που ψάχνοντας να αποδείξει την πληρότητα εφηύρε το θεώρημα της μη πληρότητας, που κατοχύρωσε τα όρια της λογικής: ακόμη και στο πιο λογικό σύστημα, στα μαθηματικά (την κορωνίδα των επιστημών), θα υπάρχουν πάντα κομμάτια που θα ξεφεύγουν από τα εργαλεία της λογικής. Η λογική δεν είναι ποτέ πλήρης. Το θεώρημα της μη πληρότητας - που επηρέασε τα μαθηματικά λιγότερο απ' όσο την ιστορία της επιστήμης - ήταν τόσο ριζοσπαστικό όσο οι θεωρίες του Δαρβίνου, του Μαρξ, του Φρόιντ, του Αϊνστάιν... Στο υπόβαθρό του ανιχνεύεται ένα επίμαχο ερώτημα: Γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με τη Μαθηματική Λογική κατέληξαν σε ψυχιατρεία, αυτοκτόνησαν ή πέθαναν σε ασύλληπτα μυστήριες συνθήκες; Τις απαντήσεις στα ερωτήματα δίνει ο συγγραφέας στη συνέντευξη που ακολουθεί. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΔΟΞΙΑΔΗΣ «Οταν γράφω ξεχνάω τις θεωρίες»
Ο Απόστολος Δοξιάδης εξηγεί πώς γίνονται τέχνη τα μαθηματικά, πώς ένα κόμικ μπορεί να μοιάζει με τραγωδία.
- Θα αποδεχόσασταν τον χαρακτηρισμό homo universalis;
«Φοβάμαι πως ό,τι κερδίζει κανείς σε πλάτος το χάνει σε βάθος. Με έχει ταλαιπωρήσει χρόνια αυτός ο διχασμός - μαθηματικά, κινηματογράφος, λογοτεχνία. Τελικά όμως νομίζω ότι συμβαίνει διότι μονίμως ψάχνω κάτι κοινό σε όλα. Αρχίζω να νιώθω ότι υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής, ότι όλα είναι διερευνήσεις ενός τρόπου να αντιμετωπίζει κανείς την πραγματικότητα. Με ενδιαφέρει η επικάλυψη όλων αυτών των πραγμάτων παρά η διαφοροποίησή τους, εξ ου και η διερεύνηση της σχέσης μαθηματικών και αφήγησης».
- Η τέχνη όμως δεν προσεγγίζεται μόνο εγκεφαλικά. Εννοείται πρώτα σε συναισθηματικό επίπεδο.
«Το συναίσθημα είναι το υπέδαφος επάνω στο οποίο λειτουργώ. Οταν γράφω ξεχνάω τις θεωρίες. Τις θυμάμαι ξανά όταν προσπαθώ να βάλω σε τάξη τα πράγματα που έχω γράψει, όταν μια πιο συστηματική μεθοδολογία μετράει. Αλίμονο όμως σε εκείνον που πάει να γράψει με κανόνες. Δεν μπορεί να γίνει ούτε στη μουσική. Η φούγκα, που είναι ίσως η πιο μαθηματικά περιγράψιμη μορφή μουσικής, έχει το παράδοξο ότι ο Μπαχ που κατάλαβε καλύτερα από όλους θεωρητικά την αυστηρή φόρμα της φούγκας είναι και ο μόνος που έγραψε πραγματικά μεγάλες φούγκες. Οι άλλοι κατάφεραν να μιμηθούν τέλεια τα μαθηματικά της αλλά καθόλου την έμπνευσή της. Ακριβώς το ίδιο ισχύει στα μαθηματικά. Το να καταλάβει κανείς λογικά τα μαθηματικά δεν σημαίνει ότι γίνεται μεγάλος μαθηματικός. Οι μεγάλες ανακαλύψεις και ανατροπές γίνονται με τα άλματα της έμπνευσης και της φαντασίας».
- Αυτό όμως δεν αντιφάσκει με τη βασική ιδέα του «Logicomix», ότι υπάρχει σχέση μεταξύ ψυχασθένειας και Μαθηματικής λογικής, σαν να γίνεται ένα πάντρεμα λογικού και παραλόγου;
«Λέω ότι στην ιστορία των μαθηματικών δεν υπάρχει ψύχωση, εκτός από αυτόν τον συγκεκριμένο τομέα. Η μαθηματική λογική είναι ένας μικρός κλάδος των μαθηματικών. Στα πρώτα 50 χρόνια η κύρια ιστορία του κλάδου αυτού γράφτηκε από δέκα ανθρώπους. Οι πέντε από αυτούς νοσηλεύτηκαν σε ψυχιατρικά ιδρύματα και οι άλλοι δύο είχαν έντονο ψυχιατρικό ιστορικό. Και σε κάνει να αναρωτηθείς: Γιατί δεν υπάρχει τρέλα στα μαθηματικά και υπάρχει ειδικά εκεί; Η σκέψη που αναπτύσσω είναι ότι ορισμένες προσωπικότητες με έντονα σημάδια ψυχοπαθολογίας προσελκύστηκαν από τον συγκεκριμένο τομέα γιατί εκείνη την εποχή προσέφερε κάποια στοιχεία βεβαιότητας που λειτούργησαν ψυχοθεραπευτικά επάνω τους. Ετσι ο λόγος που φτιάχτηκε η Μαθηματική Λογική ήταν από τις νευρώσεις των δημιουργών της. Αρα, αν θέλετε, με κάποια έμμεση έννοια - σχεδόν δαρβινική - το υποκειμενικό στοιχείο μπαίνει και στα μαθηματικά. Δαρβινική, διότι διαλέγονται από τη νεύρωσή τους».
- Με τον Κουρτ Γκέντελ έχετε σταθερή σχέση: γράψατε ένα θεατρικό («Δέκατη έβδομη νύχτα») με αυτόν ως κεντρικό πρωταγωνιστή αλλά κάνει και ένα πέρασμα από τον «Θείο Πέτρο». Τώρα είναι βασικός χαρακτήρας στο «Logicomix».
«Αυτό είναι ένα παράξενο κλείσιμο του λογαριασμού μου μαζί του. Είναι το τέλος μιας τριλογίας. Πέθανε το 1978 στα 72 του χρόνια από ασιτία. Είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο για ασήμαντο πρόβλημα και πέθανε 17 ημέρες αργότερα διότι αρνιόταν να φάει πιστεύοντας ότι οι γιατροί ήθελαν να τον δηλητηριάσουν. Δηλαδή, δεν τρως επειδή φοβάσαι μη σε δηλητηριάσουν και άρα πεθαίνεις από ασιτία. Αυτό δεν είναι απλώς παράλογο, ειδικά όταν μιλάμε για τον "νέο Αριστοτέλη"».
- Το θεώρημα της μη πληρότητας μας οδηγεί στη μεταφυσική;
«Τείνω να πω ναι με την έννοια ότι ερωτήματα αβεβαιότητας και αμφιβολίας συναντάμε παντού στη ζωή μας. Η ζωή μας είναι γεμάτη από πράγματα που δεν θα γνωρίσουμε ποτέ ούτε θα αποδείξουμε. Ισως είναι πολύ πιο δύσκολο να καταλάβουμε ότι δεν θα τα γνωρίσουμε και δεν θα τα αποδείξουμε ποτέ. Το θεώρημα μπορεί να οδηγήσει κάποιον στον Θεό ή σε υπαρξιακή κρίση... Με αυτή την έννοια αποκαλώ το "Logicomix" τραγωδία: για κάποιους ανθρώπους η περιπέτεια της αναζήτησης της πληρότητας ήταν και η περιπέτεια της αναζήτησης του νοήματος της ζωής που τελικά τελείωσε τραγικά».
Βλ. επίσης http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_16/11/2008_292020.
To γραφιστικό μυθιστόρημα
Tης Eλισαβετ Kοτζια / ekotzia@yahoo.gr
Στον Απόστολο Δοξιάδη οφείλουμε ότι με τις θεματολογικές του καινοτομίες και τους τολμηρούς του ειδολογικούς πειραματισμούς φέρνει διαρκώς την κριτική μπροστά σε ιδιαιτέρως ερεθιστικά ζητήματα. Το μυθιστόρημα «Ο Θείος Πέτρος και η εικασία του Γκόλντμπαχ» (1992) υπήρξε ένα από τα πρώτα μαθηματικά πεζογραφικά αφηγήματα, εγκαινιάζοντας ένα λογοτεχνικό ρεύμα που τα κατοπινά χρόνια γνώρισε τεράστια άνθηση. Το σημερινό «Logicomix» (Ικαρος, σελ. 350) αποτελεί ένα μυθιστόρημα - κόμικς, ένα γραφιστικό μυθιστόρημα όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται, γύρω από την κρισιμότατη για τη νεότερη ιστορία των ιδεών, απόπειρα θεμελίωσης των μαθηματικών σε ακλόνητες λογικές βάσεις και όχι σε αυθαίρετες έννοιες, ασαφείς υποθέσεις και κυκλικούς ορισμούς. Ηταν ένα εγχείρημα προμηθεϊκό το οποίο επωμίσθηκε ένα μικρό τμήμα της μαθηματικής κοινότητας στις αρχές του 20ού αιώνα για να καταλήξει στην ταπεινή παραδοχή του πεπερασμένου της λογικής, για να οδηγηθεί στο θεώρημα της μη πληρότητας, στην μαθηματικώς αποδεδειγμένη αρχή της αβεβαιότητας. Πρωταγωνιστές, μερικές από τις μεγαλύτερες μαθηματικές ιδιοφυΐες της εποχής –οι Φρέγκε, Χίλμπερτ, Βιτγκενστάιν, Γκέντελ και Τιούριγκ– και η τραγική προσωπική τους ιστορία, καθώς η ψυχασθένεια χτύπησε αρκετά από τα μέλη του κλάδου ή τους ανθρώπους του στενού οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Αφηγητής, η εμβληματική μορφή του φιλοσόφου, μαθηματικού και περιώνυμου ειρηνιστή Μπέρτραντ Ράσελ.
Είναι σε θέση το «χαμηλό» καλλιτεχνικό είδος του κόμικς να χειριστεί παρόμοια «υψηλά» ζητήματα όπως το τραγικό στοιχείο του αβέβαιου ανθρώπινου πεπρωμένου; «Αισθάνομαι ανίκανος να κατασκευάσω μια πραγματικότητα που υπήρξε ακόμα πιο κακή κι από τους χειρότερούς μου εφιάλτες. Και επί πλέον σε μορφή κόμικς» ξεσπά σε στιγμές αποθάρρυνσης ο ποντικός - εβραίος Αρτ Σπίγκελμαν, καθώς ξεκινάει να αφηγηθεί τον αποτρόπαιο εγκλεισμό του πατέρα του από γάτες - ναζί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο αμερικανικό κόμικς «Μάους» (1986 - 1991). «Αυτό που καταπιάστηκα με ξεπερνάει. Θα έπρεπε ίσως να το εγκαταλείψω. Υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν θα κατορθώσω ποτέ να καταλάβω και να εξεικονίσω. Εννοώ πως η πραγματικότητα είναι πολύ σύνθετη για ένα κόμικς… Πρέπει να απλοποιήσεις πάρα πολύ ή να παραποιήσεις». Το ίδιο, ωστόσο, το πολυβραβευμένο, συγκλονιστρικό έργο του Αρτ Σπίγκελμαν διαψεύδει τις ανησυχίες του ζωόμορφου αφηγητή του, αποδεικνύοντας ότι αν χειριστείς κατάλληλα τις δεδομένες συμβάσεις, οποιοδήποτε είδος, ακόμα και τα δισδιάστατα στατικά κόμικς, είναι ικανά να αποδώσουν καλλιτεχνικά την πιο σύνθετη, την πιο δραματική, την πιο τραγική πραγματικότητα.
Πώς κρίνουμε ένα γραφιστικό μυθιστόρημα; Με τη σαφήνεια των αδρών του γραμμών, με τους φωτεινούς του τόνους, με την εκφραστικότητα των χαρακτήρων του και τη δυναμική ένταση της κίνησής του, το εικαστικό μέρος του «Logicomix» είναι λειτουργικά ελκυστικό (σχεδιασμός χαρακτήρων και σχέδιο Αλέκος Παπαδάτος, χρώμα Annie Di Donna, μελάνια Αλέκος Παπαδάτος, Δημήτρης Καρατζαφέρης, Θοδωρής Παρασκευάς, εικαστική έρευνα Anne Bardy). Το «Logicomix» που στα Αγγλικά κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο Bloomsbury, είναι ένα αδιαμφισβήτητα συναρπαστικό ανάγνωσμα, ιδιαιτέρως εκπαιδευτικό για μικρούς και μεγάλους. Δεν αποτελεί μικρό επίτευγμα το ότι κατορθώνει να δημιουργήσει στον μέσο αδαή αναγνώστη την εντύπωση πως παρακολουθεί τα διακυβεύματα της μαθηματικής λογικής των αρχών του 20ού αιώνα. Η κινηματογραφική θητεία του Απόστολου Δοξιάδη που συνέθεσε το σενάριο πάνω σε μια ιστορία δική του και του καθηγητή Πληροφορικής στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ Χρίστου Χ. Παπαδημητρίου ασφαλώς τον βοήθησε να στήσει μια απαιτητική, πολυεπίπεδη αφήγηση με διαρκείς αναδρομές σε διαφορετικούς γεωγραφικούς σταθμούς και σε διάσπαρτα χρονολογικά σημεία του παρόντος και του παρελθόντος. Ως ατμόσφαιρα, τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Μπέρτραντ Ράσελ στον πύργο του λόρδου παππού του με τα αναρίθμητα άλυτα οικογενειακά μυστήρια αποτελεί, όπως ο ίδιος ο φιλόσοφος την εξιστορεί, μια υποβλητική αφήγηση. Και ομοίως οι χαριτωμένες ερωτοτροπίες του με την πρώτη σύζυγό του ή η γεμάτη ένταση σχέση του με τον Αυστριακό μαθηματικό φιλόσοφο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν. Ως σύνολο, ωστόσο, ο ρυθμός του αναγνώσματος πιστεύω πως πάσχει: οι δημιουργοί δεν κατορθώνουν, νομίζω, να συσχετίσουν πειστικά τις διαφορετικές πλευρές της πολυδιάστατης προσωπικότητας του Ράσελ. Κι ακόμα ο δεσμός του οδυνηρού ψυχολογικού δράματος που ζουν οι ήρωες με την αρχαιοελληνική αισχυλική κατάρα των Ατρειδών δεν προκύπτει κατά τη γνώμη μου αβίαστα μέσα από την αφήγηση. Κάποιες εσωτερικές διασυνδέσεις, αναγκαίες για την πλήρη αισθητική λειτουργικότητα του αφηγήματος μάλλον απουσιάζουν. Γεγονός που δεν μας εμποδίζει πάντως να απολαμβάνουμε τους εξαιρετικούς περιπάτους που πραγματοποιούν οι συντελεστές του κόμικς στο κέντρο της Αθήνας, με το σκυλί να τους τραβάει ανυπόμονα το λουρί, την ώρα που συζητώντας προσπαθούν να επιλύσουν επίμαχα τεχνικά προβλήματα του έργου.
Είναι σε θέση το «χαμηλό» καλλιτεχνικό είδος του κόμικς να χειριστεί παρόμοια «υψηλά» ζητήματα όπως το τραγικό στοιχείο του αβέβαιου ανθρώπινου πεπρωμένου; «Αισθάνομαι ανίκανος να κατασκευάσω μια πραγματικότητα που υπήρξε ακόμα πιο κακή κι από τους χειρότερούς μου εφιάλτες. Και επί πλέον σε μορφή κόμικς» ξεσπά σε στιγμές αποθάρρυνσης ο ποντικός - εβραίος Αρτ Σπίγκελμαν, καθώς ξεκινάει να αφηγηθεί τον αποτρόπαιο εγκλεισμό του πατέρα του από γάτες - ναζί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο αμερικανικό κόμικς «Μάους» (1986 - 1991). «Αυτό που καταπιάστηκα με ξεπερνάει. Θα έπρεπε ίσως να το εγκαταλείψω. Υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν θα κατορθώσω ποτέ να καταλάβω και να εξεικονίσω. Εννοώ πως η πραγματικότητα είναι πολύ σύνθετη για ένα κόμικς… Πρέπει να απλοποιήσεις πάρα πολύ ή να παραποιήσεις». Το ίδιο, ωστόσο, το πολυβραβευμένο, συγκλονιστρικό έργο του Αρτ Σπίγκελμαν διαψεύδει τις ανησυχίες του ζωόμορφου αφηγητή του, αποδεικνύοντας ότι αν χειριστείς κατάλληλα τις δεδομένες συμβάσεις, οποιοδήποτε είδος, ακόμα και τα δισδιάστατα στατικά κόμικς, είναι ικανά να αποδώσουν καλλιτεχνικά την πιο σύνθετη, την πιο δραματική, την πιο τραγική πραγματικότητα.
Πώς κρίνουμε ένα γραφιστικό μυθιστόρημα; Με τη σαφήνεια των αδρών του γραμμών, με τους φωτεινούς του τόνους, με την εκφραστικότητα των χαρακτήρων του και τη δυναμική ένταση της κίνησής του, το εικαστικό μέρος του «Logicomix» είναι λειτουργικά ελκυστικό (σχεδιασμός χαρακτήρων και σχέδιο Αλέκος Παπαδάτος, χρώμα Annie Di Donna, μελάνια Αλέκος Παπαδάτος, Δημήτρης Καρατζαφέρης, Θοδωρής Παρασκευάς, εικαστική έρευνα Anne Bardy). Το «Logicomix» που στα Αγγλικά κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο Bloomsbury, είναι ένα αδιαμφισβήτητα συναρπαστικό ανάγνωσμα, ιδιαιτέρως εκπαιδευτικό για μικρούς και μεγάλους. Δεν αποτελεί μικρό επίτευγμα το ότι κατορθώνει να δημιουργήσει στον μέσο αδαή αναγνώστη την εντύπωση πως παρακολουθεί τα διακυβεύματα της μαθηματικής λογικής των αρχών του 20ού αιώνα. Η κινηματογραφική θητεία του Απόστολου Δοξιάδη που συνέθεσε το σενάριο πάνω σε μια ιστορία δική του και του καθηγητή Πληροφορικής στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ Χρίστου Χ. Παπαδημητρίου ασφαλώς τον βοήθησε να στήσει μια απαιτητική, πολυεπίπεδη αφήγηση με διαρκείς αναδρομές σε διαφορετικούς γεωγραφικούς σταθμούς και σε διάσπαρτα χρονολογικά σημεία του παρόντος και του παρελθόντος. Ως ατμόσφαιρα, τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Μπέρτραντ Ράσελ στον πύργο του λόρδου παππού του με τα αναρίθμητα άλυτα οικογενειακά μυστήρια αποτελεί, όπως ο ίδιος ο φιλόσοφος την εξιστορεί, μια υποβλητική αφήγηση. Και ομοίως οι χαριτωμένες ερωτοτροπίες του με την πρώτη σύζυγό του ή η γεμάτη ένταση σχέση του με τον Αυστριακό μαθηματικό φιλόσοφο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν. Ως σύνολο, ωστόσο, ο ρυθμός του αναγνώσματος πιστεύω πως πάσχει: οι δημιουργοί δεν κατορθώνουν, νομίζω, να συσχετίσουν πειστικά τις διαφορετικές πλευρές της πολυδιάστατης προσωπικότητας του Ράσελ. Κι ακόμα ο δεσμός του οδυνηρού ψυχολογικού δράματος που ζουν οι ήρωες με την αρχαιοελληνική αισχυλική κατάρα των Ατρειδών δεν προκύπτει κατά τη γνώμη μου αβίαστα μέσα από την αφήγηση. Κάποιες εσωτερικές διασυνδέσεις, αναγκαίες για την πλήρη αισθητική λειτουργικότητα του αφηγήματος μάλλον απουσιάζουν. Γεγονός που δεν μας εμποδίζει πάντως να απολαμβάνουμε τους εξαιρετικούς περιπάτους που πραγματοποιούν οι συντελεστές του κόμικς στο κέντρο της Αθήνας, με το σκυλί να τους τραβάει ανυπόμονα το λουρί, την ώρα που συζητώντας προσπαθούν να επιλύσουν επίμαχα τεχνικά προβλήματα του έργου.
Γκρεκάνικα παραμύθια
Βλ. http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_16/11/2008_292019.
Προφορικές, λαϊκές αφηγήσεις που απευθύνονταν στους ενηλίκους και όχι στα παιδιά, τα παραμύθια ήρθαν στο προσκήνιο τον 19ο αιώνα, όταν ο ρομαντισμός που είχε βάλει τα δυνατά του να αναδείξει τον λαϊκό πολιτισμό άρχισε να τα καταγράφει συστηματικά. Η καταγραφή τους αυτή, η οποία έφερε στην επιφάνεια τη στερεοτυπική και τυπική δομή αλλά και την απλή τους έκφραση, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο να θεωρηθούν παιδικά αναγνώσματα: δεν διέθεταν την πολυπλοκότητα της έντεχνης λογοτεχνίας. Εχοντας υπογείως τροφοδοτήσει το μυθιστόρημα και το διήγημα από τις απαρχές τους (Βοκκάκιος, Ραμπελέ), τα παραμύθια ακολούθησαν ωστόσο και ένα δεύτερο μονοπάτι, που απευθυνόταν αυτή τη φορά σε ενηλίκους, όχι όμως στους απλούς ανθρώπους της αγροτικής, ως επί το πλείστον, κοινωνίας, αλλά στους πεπαιδευμένους ενηλίκους της πόλης. Εγιναν η βάση του έντεχνου, λογοτεχνικού παραμυθιού, που έδωσε αξιολογότατα δείγματα στο πλαίσιο του ρομαντισμού, τα περίφημα KunstmŠrchen των οποίων κάποια δείγματα έχουμε και στα ελληνικά (τις ιστορίες του Λούντβιχ Τηκ, για παράδειγμα, «Ο ξανθός Εκμπερτ. Το Ρούνενμπεργκ» εκδ. Σμίλη), αλλά και στη συνέχεια, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γερμανία, λόγου χάρη.
Παραδοσιακές αφηγήσεις από τη μακρόχρονη ιστορία των Ελλήνων στην Κάτω Ιταλία
Της Τιτικας Δημητρουλια
Της Τιτικας Δημητρουλια
Δημήτρης Προύσαλης
Ελληνόφωνα παραμύθια από την Κάτω Ιταλία
μετ. Λ. Ταχμασίδου,
Σ. Παινέση, Χ. Βαρδακούλια, Ε. Αποστόλου,
εκδ. Απόπειρα
Ελληνόφωνα παραμύθια από την Κάτω Ιταλία
μετ. Λ. Ταχμασίδου,
Σ. Παινέση, Χ. Βαρδακούλια, Ε. Αποστόλου,
εκδ. Απόπειρα
Προφορικές, λαϊκές αφηγήσεις που απευθύνονταν στους ενηλίκους και όχι στα παιδιά, τα παραμύθια ήρθαν στο προσκήνιο τον 19ο αιώνα, όταν ο ρομαντισμός που είχε βάλει τα δυνατά του να αναδείξει τον λαϊκό πολιτισμό άρχισε να τα καταγράφει συστηματικά. Η καταγραφή τους αυτή, η οποία έφερε στην επιφάνεια τη στερεοτυπική και τυπική δομή αλλά και την απλή τους έκφραση, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο να θεωρηθούν παιδικά αναγνώσματα: δεν διέθεταν την πολυπλοκότητα της έντεχνης λογοτεχνίας. Εχοντας υπογείως τροφοδοτήσει το μυθιστόρημα και το διήγημα από τις απαρχές τους (Βοκκάκιος, Ραμπελέ), τα παραμύθια ακολούθησαν ωστόσο και ένα δεύτερο μονοπάτι, που απευθυνόταν αυτή τη φορά σε ενηλίκους, όχι όμως στους απλούς ανθρώπους της αγροτικής, ως επί το πλείστον, κοινωνίας, αλλά στους πεπαιδευμένους ενηλίκους της πόλης. Εγιναν η βάση του έντεχνου, λογοτεχνικού παραμυθιού, που έδωσε αξιολογότατα δείγματα στο πλαίσιο του ρομαντισμού, τα περίφημα KunstmŠrchen των οποίων κάποια δείγματα έχουμε και στα ελληνικά (τις ιστορίες του Λούντβιχ Τηκ, για παράδειγμα, «Ο ξανθός Εκμπερτ. Το Ρούνενμπεργκ» εκδ. Σμίλη), αλλά και στη συνέχεια, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γερμανία, λόγου χάρη.
Μεγάλη άνθηση
Επιστρέφοντας στο λαϊκό παραμύθι, δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε την πολύ μεγάλη άνθηση που παρατηρείται εδώ και τριάντα, περίπου, χρόνια στην Ευρώπη. Μια άνθηση που βγάζει από την αφάνεια άλλο ένα παραγνωρισμένο είδος και το επαναφέρει στην καρδιά της κοινωνικής ζωής. Κι ενώ πλήθος θεωρίες αρθρώνονται από μια σειρά επιστήμες (Λαογραφία, Κοινωνική Ανθρωπολογία, Ψυχολογία κ.λπ.) όσον αφορά την προέλευση και το ρόλο του παραμυθιού μέσα στους αιώνες, όλο και περισσότεροι θεατές πηγαίνουν να ακούσουν παραμύθια σε ποικίλες παραστάσεις και εκδηλώσεις. Αναβαθμισμένο και στη χώρα μας, όπου πολλοί και καλοί αφηγητές –και μελετητές– το διαδίδουν με ποικίλους τρόπους, το παραμύθι, ασχέτως της ψυχαναλυτικής λειτουργίας του, παραμένει ένας δίαυλος μετακένωσης της παράδοσης με τις ιδιαιτερότητές της. Κάθε έκδοση παραμυθιών, που και αυτές πολλαπλασιάζονται (η σειρά των εκδόσεων «Απόπειρα» είναι ενδεικτική), επαναδιατυπώνει τα ερωτήματα περί της λειτουργίας του συμβολισμού και του στερεότυπου στο παραμύθι, περί της ουτοπίας την οποία με τον τρόπο του εκφράζει, περί του εθνικού και του πολυπολιτισμικού, της ενιαίας δομής της λαϊκής σκέψης κ.τ.λ. Η παρούσα όμως έκδοση, των ελληνόφωνων παραμυθιών της Κάτω Ιταλίας, που καταγράφει σπάνιο αφηγηματικό υλικό σε δύο ελληνόφωνες διαλέκτους, την γκρεκάνικη της Καλαβρίας και την γκρίκο της Απουλήιας, δύο περιοχές με διαμετρικά αντίθετα χαρακτηριστικά, παρουσιάζει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Η ίδια η γλώσσα των παραμυθιών αφηγείται τη μακρόχρονη ιστορία των Ελλήνων στην Ιταλία, από τον αποικισμό της αρχαιότητας ώς τη βυζαντινή ανάκαμψη, και από την οθωμανική κατάκτηση ώς την αναγόρευση των διαλέκτων σε «μπάσταρδες γλώσσες» από τον φασισμό. Μπολιασμένη με στοιχεία των κυρίαρχων και όμορων πληθυσμών διατηρήθηκε στους αιώνες, παρά τη σταδιακή μείωση των ομιλητών της, και παραμένει ώς σήμερα ζωντανή. Από την άλλη, τα παραμύθια αυτά, που τόσα κοινά παρουσιάζουν με τα παραμύθια του ελληνικού μητροπολιτικού χώρου (όπως άλλωστε μοιάζουν και όλα τα παραμύθια όλων των εποχών και των τόπων μεταξύ τους, τουλάχιστον σε επίπεδο αφηγηματικών μοτίβων), ξαφνιάζουν με τη ζωντάνια και την ποικιλομορφία τους, αλλά και το έντονο στοιχείο κοινωνικής κριτικής τους – που διαφαίνεται και στο κράμα απελπισίας και καρτερίας με το οποίο τελειώνουν πολλά από αυτά: «και ο φτωχός έμεινε πλούσιος, κι εγώ είμαι εδώ, πεθαμένος από την πείνα και το κρύο», «κι εμείς εμείναμε εδώ με άδειες τις κοιλιές», «κι εμείς εμείναμε εδώ χωρίς τίποτε».
Επιστρέφοντας στο λαϊκό παραμύθι, δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε την πολύ μεγάλη άνθηση που παρατηρείται εδώ και τριάντα, περίπου, χρόνια στην Ευρώπη. Μια άνθηση που βγάζει από την αφάνεια άλλο ένα παραγνωρισμένο είδος και το επαναφέρει στην καρδιά της κοινωνικής ζωής. Κι ενώ πλήθος θεωρίες αρθρώνονται από μια σειρά επιστήμες (Λαογραφία, Κοινωνική Ανθρωπολογία, Ψυχολογία κ.λπ.) όσον αφορά την προέλευση και το ρόλο του παραμυθιού μέσα στους αιώνες, όλο και περισσότεροι θεατές πηγαίνουν να ακούσουν παραμύθια σε ποικίλες παραστάσεις και εκδηλώσεις. Αναβαθμισμένο και στη χώρα μας, όπου πολλοί και καλοί αφηγητές –και μελετητές– το διαδίδουν με ποικίλους τρόπους, το παραμύθι, ασχέτως της ψυχαναλυτικής λειτουργίας του, παραμένει ένας δίαυλος μετακένωσης της παράδοσης με τις ιδιαιτερότητές της. Κάθε έκδοση παραμυθιών, που και αυτές πολλαπλασιάζονται (η σειρά των εκδόσεων «Απόπειρα» είναι ενδεικτική), επαναδιατυπώνει τα ερωτήματα περί της λειτουργίας του συμβολισμού και του στερεότυπου στο παραμύθι, περί της ουτοπίας την οποία με τον τρόπο του εκφράζει, περί του εθνικού και του πολυπολιτισμικού, της ενιαίας δομής της λαϊκής σκέψης κ.τ.λ. Η παρούσα όμως έκδοση, των ελληνόφωνων παραμυθιών της Κάτω Ιταλίας, που καταγράφει σπάνιο αφηγηματικό υλικό σε δύο ελληνόφωνες διαλέκτους, την γκρεκάνικη της Καλαβρίας και την γκρίκο της Απουλήιας, δύο περιοχές με διαμετρικά αντίθετα χαρακτηριστικά, παρουσιάζει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Η ίδια η γλώσσα των παραμυθιών αφηγείται τη μακρόχρονη ιστορία των Ελλήνων στην Ιταλία, από τον αποικισμό της αρχαιότητας ώς τη βυζαντινή ανάκαμψη, και από την οθωμανική κατάκτηση ώς την αναγόρευση των διαλέκτων σε «μπάσταρδες γλώσσες» από τον φασισμό. Μπολιασμένη με στοιχεία των κυρίαρχων και όμορων πληθυσμών διατηρήθηκε στους αιώνες, παρά τη σταδιακή μείωση των ομιλητών της, και παραμένει ώς σήμερα ζωντανή. Από την άλλη, τα παραμύθια αυτά, που τόσα κοινά παρουσιάζουν με τα παραμύθια του ελληνικού μητροπολιτικού χώρου (όπως άλλωστε μοιάζουν και όλα τα παραμύθια όλων των εποχών και των τόπων μεταξύ τους, τουλάχιστον σε επίπεδο αφηγηματικών μοτίβων), ξαφνιάζουν με τη ζωντάνια και την ποικιλομορφία τους, αλλά και το έντονο στοιχείο κοινωνικής κριτικής τους – που διαφαίνεται και στο κράμα απελπισίας και καρτερίας με το οποίο τελειώνουν πολλά από αυτά: «και ο φτωχός έμεινε πλούσιος, κι εγώ είμαι εδώ, πεθαμένος από την πείνα και το κρύο», «κι εμείς εμείναμε εδώ με άδειες τις κοιλιές», «κι εμείς εμείναμε εδώ χωρίς τίποτε».
Ουτοπικές ελπίδες
Αν όμως το συγκεκριμένο τέλος εκφράζει την ανέχεια μέσα στην οποία ζούσε ο λαός (ειδικά στην περίκλειστη περιοχή των ελληνόφωνων χωριών της Καλαβρίας), δηλώνει και τη στάση του ενήλικα ακροατή που, μεταθέτοντας στο θαυμαστό τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες του, δεν ξεχνά τον πραγματικό κόσμο, στον οποίο ζει. Το παραμύθι εκφράζει μέσα από το θαυμαστό τις ελπίδες για μια καλύτερη ζωή, την ουτοπική επιθυμία, εξηγεί τον κόσμο, αλλά δεν τον προεκτείνει στους χώρους της μεταφυσικής, ασχέτως των τοπικών, γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων του. Η συνείδηση του πραγματικού σκιάζει το παραμυθιακό αίσιον τέλος, χωρίς όμως να αναιρεί τη δυνατότητά του. Ρεαλιστικά και μαγικά, τα παραμύθια της συλλογής παρουσιάζουν τη διαρκή πάλη του Καλού με το Κακό, υπό ποικίλες οπτικές γωνίες, συχνά ιδιαιτέρως πνευματώδεις. Να σημειώσουμε ότι κάποια από τα παραμύθια της συλλογής, όπως μας πληροφορεί η κατατοπιστική εισαγωγή του Δ. Προύσαλη, διδάσκονται στα ιταλικά σχολεία. Και ότι τα ωραία αυτά παραμύθια επιβεβαιώνουν πλήρως τη ρήση του Βέλγου αφηγητή Χαμαντί, ότι τα παραμύθια δεν φτιάχτηκαν για να αποκοιμίζουν τα παιδιά, αλλά για να ξυπνούν τους μεγάλους.
Ολα τα παραμύθια πάντως διαβάζονται και με τη μουσική υπόκρουση των Encardia, του νεανικού αυτού μουσικού συγκροτήματος που από το 2004 μας συστήνει τις μουσικές της Κάτω Ιταλίας με τους πολύ καλούς δίσκους και τις συναυλίες του.
Αν όμως το συγκεκριμένο τέλος εκφράζει την ανέχεια μέσα στην οποία ζούσε ο λαός (ειδικά στην περίκλειστη περιοχή των ελληνόφωνων χωριών της Καλαβρίας), δηλώνει και τη στάση του ενήλικα ακροατή που, μεταθέτοντας στο θαυμαστό τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες του, δεν ξεχνά τον πραγματικό κόσμο, στον οποίο ζει. Το παραμύθι εκφράζει μέσα από το θαυμαστό τις ελπίδες για μια καλύτερη ζωή, την ουτοπική επιθυμία, εξηγεί τον κόσμο, αλλά δεν τον προεκτείνει στους χώρους της μεταφυσικής, ασχέτως των τοπικών, γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων του. Η συνείδηση του πραγματικού σκιάζει το παραμυθιακό αίσιον τέλος, χωρίς όμως να αναιρεί τη δυνατότητά του. Ρεαλιστικά και μαγικά, τα παραμύθια της συλλογής παρουσιάζουν τη διαρκή πάλη του Καλού με το Κακό, υπό ποικίλες οπτικές γωνίες, συχνά ιδιαιτέρως πνευματώδεις. Να σημειώσουμε ότι κάποια από τα παραμύθια της συλλογής, όπως μας πληροφορεί η κατατοπιστική εισαγωγή του Δ. Προύσαλη, διδάσκονται στα ιταλικά σχολεία. Και ότι τα ωραία αυτά παραμύθια επιβεβαιώνουν πλήρως τη ρήση του Βέλγου αφηγητή Χαμαντί, ότι τα παραμύθια δεν φτιάχτηκαν για να αποκοιμίζουν τα παιδιά, αλλά για να ξυπνούν τους μεγάλους.
Ολα τα παραμύθια πάντως διαβάζονται και με τη μουσική υπόκρουση των Encardia, του νεανικού αυτού μουσικού συγκροτήματος που από το 2004 μας συστήνει τις μουσικές της Κάτω Ιταλίας με τους πολύ καλούς δίσκους και τις συναυλίες του.
Ετικέτες
εφ. "Καθημερινή",
παραμύθι
Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2008
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)